Γράφει ο Μάριος Αναστασίου Μπίκας
« Το χωριό Σεβαστό βρίσκεται πολύ κοντά στην Παραμυθιά και απέναντι από το τότε Τουρκοχώρι Καρβουνάρι. ΄Ενας τσοπάνος από αυτό που τον έλεγαν Νικόλαο, και υποκοριστικά όπως λέγεται στα χωριά της Παραμυθιάς Κολιό, βαθιά θρησκόληπτος, παράστησε τον ΄Αγιο. ΄Ετσι πήρε τη γυναίκα του και εγκαταστάθηκε στο νάρθηκα της εκκλησιάς του Αγίου Αρσένη, που ήταν χτισμένη σε μια συστάδα πυκνόφυλλων δέντρων, τα οποία σχημάτιζαν ένα γραφικό τοπίο. Από κει δίδασκε στους ραγιάδες τη μετάνοια, την πίστη στο Θεό και την προσευχή για τη σωτηρία τους. Τα λόγια του έβρισκαν απήχηση στις ψυχές των συγχωριανών του που αποτέλεσαν το πρώτο ακροατήριό του, και σιγά σιγά, πολλών άλλων, ακόμα και Τούρκων που μαζεύ-ονταν εκεί από όλη τη Θεσπρωτία για ν’ ακούσουν το « Μετανοείτε » του καινούργιου Προδρόμου που λέγονταν ΄Αη Κολιός.
Οι Επίτροποι της Εκκλησιάς ανάφεραν το γεγονός στο Μητροπολίτη Νεόφύτο, ο οποίος θεώρησε το κήρυγμα του Νέου Πρόδρομου χρησμό για την όλη υπόθεση. ΄Ετσι με εντολή του στήθηκε στο νάρ-θηκα της εκκλησιάς μια παράγκα στην οποία στεγάστηκε το ζεύγος των ιδιόρυθμων ΄Αγιων. Παράλληλα διάταξε να λειτουργείται καθη-μερινά η εκκλησιά, με συχνές παρακλήσεις. ΄Αρχισαν τότε να δια-δίδονται πολλές φήμες για τους νέους τούτους ΄Αγιους, ότι δεν τρώνε τίποτα άλλο, παρά μονάχα τον άρτο της θείας λειτουργίας, ότι κάνουν θαύματα θεραπεύοντας αρρώστιες και άλλα. ΄Ετσι δημιουρ-γήθηκε ένα κλίμα πρωτοφανέρωτης θρησκοληψίας και αύξαινε καθημερινά η συρροή των Χριστιανών.
΄Ολοι σύμφωνα με την οικονομική τους κατάσταση πρόσφεραν στο Ναό ό,τι μπορούσαν, ακόμα και οι Τούρκοι, με την προσδοκία σαν αντάλλαγμα της προσφοράς τους την αποκατάσταση της υγείας άρρωστων συγγενών τους και την απόχτηση αγαθών. Με τον τρόπο αυτόν μαζεύτηκε πολύ χρήμα που το φόρτωναν στα μουλάριa μέσα σε γκαζοντενεκέδες, τα γρόσια, τα δίγροσα, τα κάρτα, τα δίκαρτα και μετζήτια (ασημένια τουρκικά νομίσματα της εποχής εκείνης) και τα μετάφεραν στην ιερή Μητρόπολη στην Παραμυθιά. Ακόμα φόρτωναν και πολλά άλλα ασημένια στολίδια γυναικεία, τοκάδες, πόρπες, αρκετού βάρους, που τα κουβαλούσαν και αυτά στη Μητρόπολη. Από τα στολίδια σώζονταν στη Μητρόπολη γύρω στα εκατό κιλά που φυλάγονταν τυλιγμένα σ’ ένα πολύχρωμο μεταξωτό τραπεζομάντιλο ως το 1920. Τι απόγιναν εκείνα τα ασημικά κανένας δεν ξέρει. Ασήμωσαν εικόνες Αγίων, γιατί οι ασημημένες εικόνες κάνουν πιο μεγάλη εντύπωση στο χριστιανό ή μεταποιήθηκαν σε ασημένια μαχαιροπίρουνα στα αργυροχοεία των Γιαννίνων για τις ανάγκες της Μητρόπολης; Δεν ξέρω, ο Θεός μόνον ξέρει.
Η αλήθεια είναι ότι τα χρήματα που με τον τρόπον αυτόν μαζεύτηκαν, χρησιμοποιήθηκαν για την οργάνωση των ένοπλων ομάδων της περιοχής της οποίας ο Νεόφυτος ήταν ο κρυφός αρχηγός του Κομιτάτου, που τόσο έδρασαν και τόσο βοήθησαν στην απελευθέρωση της Ηπείρου το 1912-1913. Ο Άη Κολιός με τη γυναίκα του είχαν κάνει το θάμα τους, αλλά η Ελληνική Διοίκηση τον επιστράτευσε και πέθανε στρατιώτης το 1918 από γρίπη. Η γυναίκα του ξαναπαντρεύτηκε στη Δράγανη (σ.σ. σήμερα Αμπελιά). ΄Ετσι είναι. Φτωχός ΄Αγιος δοξολογία δεν έχει.
Τον ΄Αη Κολιό τον είχα επισκεφτεί κι εγώ με τη μητέρα μου, συνο-δεύοντας την άρρωστη από εκλαμψία αδελφή μου. Σαν όνειρο θυμάμαι τα καινούρια σανίδια που σχημάτιζαν τη μπαράγκα του χωρισμένη στα δυο, γιατί στο δεύτερο δωμάτιο έμενε η γυναίκα του. Είχε μια ασκητική μορφή και τέντωνε το ισχνό χέρι του στους προσκυνητές να φιλήσουν. Με σεβασμό φίλησα κι εγώ το χέρι του, παρακαλώντας το Θεό να κάνει καλά την αδελφή μου. Η συμβουλή που ο ΄Αη Κολιός έδωκε στη μητέρα μου ήταν : να ’χει πίστη στο Θεό και το κορίτσι της θα γίνει καλά. Σε λίγο καιρό η αδελφή μου έγινε καλά ! »
(Ακριβές αντίγραφο από το βιβλίο του Βασίλη Κραψίτη : « Ο Μιχάλης Ζήσης και το έργο του για τη Θεσπρωτία », επιμέλεια Ευάγγελου Μπακαγιάννη, Αθήνα 1989, σελ. 17 – 18
Προφορικές μαρτυρίες για τον « ΄Αγιο Κολιό από το Σεβαστό » :
( ΄Ολες οι παρακάτω μαρτυρίες είναι διαμορφωμένες κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην αλλοιώνεται το πραγματικό τους νόημα )
– Αγγελική (Γκέλω), σύζυγος του Νάσιο Γιώτη (Καριώτι) :
« Ο ΄Αγιος Κολιός » από το Σεβαστό άγιασε περίπου μετά το 1905. Πολύς κόσμος από τα γύρω χωριά, πήγαινε και τους έδινε την ευχή. ΄Εμενε στην εκκλησία. Δίπλα του ήταν και η γυναίκα του η Κολιέσα. Είχε καταντήσει πετσί και κόκαλο. ΄Ηταν κατακίτρινος. Του φιλούσαν το χέρι και άφηναν λεφτά. Είχαν μαζευτεί τόσα πολλά λεφτά, ώστε είχαν γεμίσει ολόκληρα τσουβάλια. Για τα χρήματα αυτά αργότερα μάλωσαν.
« Στον ΄Αγιο Κολιό » πήγε και η γιαγιά μου, η γυναίκα του Θοδωρή Πατσούρα, που καταγόταν από το Πόποβο και ήταν από τους Ντουραίους. Τότε οι γυναίκες για κοτσίδες έβαζαν μαλλί από λάγια πρόβατα. Όταν η γιαγιά μου κίνησε να πάει « στον ΄Αγιο Κολιό », οι γυναίκες που συνάντησε στο δρόμο της είπαν :
– Βγάλε τις κοτσίδες που φοράς στα μαλλιά. Δεν τις θέλει « ο ΄Αγιος».
Η γιαγιά μου αμέσως τις πέταξε και δεν ξανάβαλε στο κεφάλι της κοτσίδες από μαλλί λάγιου προβάτου. .
Μετά από χρόνια « ο Άγιος Κολιός » ξάγιασε και πουλούσε καλα-μπόκι στην Παραμυθιά ».
– Κάτοικος Σεβαστού, που δεν επιθυμεί να αναφερθεί το όνομά του :
« Ο « ΄Αγιος Κολιός του Σεβαστού », έτσι τον αποκαλούσαν, είχε το επώνυμο Ανδρέου. ΄Αρχισε τη δράση του ως « ΄Αγιος » μετά το 1905. ΄Εμενε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου χωρίς τη γυναίκα του. Την εποχή αυτή πολύς κόσμος από την εγγύς και την ευρύτερη περιοχή ερχόταν στο Σεβαστό, περιμένοντας ώρες για να θεραπευτεί και να πάρει την ευχή του. Και, για να μην πεινάει ο κόσμος αυτός, οι φούρνοι του χωριού όλη την ημέρα έψηναν ψωμί.
Γύρω του είχε σχηματιστεί ολόκληρη επιχείρηση. Επιτήδειοι, σκόπιμα, τον έβαζαν να κάνει συνέχεια νηστεία, για να εμφανίζεται με όψη πραγματικού Αγίου. Στην εκκλησία από τις προσφορές είχαν συγκεντρωθεί πολλά χρήματα και αναθέματα.
Το σόι του επανειλημμένως προσπάθησε να τον πάρει από την εκκλησία. Αυτός όμως αρνήθηκε.
Πλησίον του είχαν συγκεντρωθεί και πολλές γυναίκες. Μια από αυτές ήταν και η καλόγρια ΄Αννα που μόναζε στη Μονή Παναγίας, της Τοπικής Κοινότητας Κυρά – Παναγιάς. Η ΄Αννα, επειδή είχε πιστέψει στην « Αγιότητά του », συμμετείχε ενεργά σε πολλές από τις Θείες λειτουργίες που τελούνταν την εποχή αυτή στον ΄Αι- Γεώργιο του Σεβαστού.
Μετά από χρόνια « ο ΄Αγιος Κολιός του Σεβαστού », άφησε την αγιοσύνη και επανήλθε στην κανονική του ζωή. Πέθανε εντελώς φτωχός ».
– Αναστασίου Ζαχαρίας (Ιερέας), Ραχούλι :
« « Ο ΄Αγιος Κολιός του Σεβαστού» έδρασε πριν από την Απελευθέ-ρωση της Ηπείρου (1913). ΄Ηταν από το σόι του Πάνο Τσιάβου Ανδρέου. ΄Εμενε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Μέσα στο ιερό είχε σκάψει μια κρύπτη, μικρό λάκκο, όπου ο κόσμος έριχνε εκεί τα χρήματα. Τα χρήματα αυτά πήγε κάποιος από το Σεβαστό και του τα πήρε. Εγώ, όταν το 1959 διορίστηκα στο Σεβαστό ιερέας, είδα με τα μάτια μου την κρύπτη αυτή. Ο κόσμος πήγαινε και ζητούσε βοήθεια, για να βρει λύση στα προβλήματά του. Και για τη βοήθεια που περίμενε αφιέρωνε εκτός από χρήματα και άλλα πράγματα. Με θεραπείες ασθενών δεν είχε απολύτως καμία σχέση. ΄Ηταν παντρεμένος. Η γυναίκα του όμως τον είχε χωρίσει ».
– Ανδρέου Ευάγγελος, συνταξιούχος οδοντίατρος (Ηγουμενίτσα), με καταγωγή από το Σεβαστό – Καρβουνάρι, συγγενής του. :
« Εγώ γεννήθηκα στο Καρβουνάρι, ενώ οι γονείς μου στο Σεβαστό. Ο « Αγιος Κολιός του Σεβαστού » ήταν από το σόι μας. Είχε τρία αδέρφια, το Φίλιππα ( πατέρας του πατέρα μου), το Χρήστο, και το Σωτήρη Ανδρέου. ΄Ολοι τους είχαν γεννηθεί στη Δράγανη. Αργότερα, όμως, μετοίκησαν στο Σεβαστό. « Ο ΄Αγιος Κολιός » επειδή ήταν επιληπτικός, κατέφυγε στην εκκλησία του Σεβαστού, τον ΄Αγιο Γεώργιο. Εκεί, αφού θεραπεύτηκε, εγκαταστάθηκε στο νάρθηκά του.
Για θεραπεία δεν πήγαιναν σ’ αυτόν μόνο χριστιανοί, αλλά ακόμα και Τούρκοι. Ό,τι του αφιέρωναν, χρήματα ή αναθήματα, τα χάριζε όλα στην εκκλησία. ΄Ετσι, πέθανε πτωχός.
Τα αδέρφια του και όλοι οι άλλοι συγγενείς προσπάθησαν να τον πείσουν να επιστρέψει στο σπίτι του. Αυτός όμως δεν πείστηκε. Ήταν παντρεμένος. H σύζυγός του καταγόταν από τη Δράγανη και, μάλλον, την έλεγαν Σοφία. Απόκτησαν ένα κορίτσι, που απεβίωσε από αρρώστια μετά το 1926. ΄Οταν πέθανε ο « ΄Αγιος Κολιός », η γυναίκα του επέστρεψε στη Δράγανη. Δεν ξαναπαντρεύτηκε. Είχε, όμως, πάντα καλές σχέσεις με τους δικούς μας ».
Ο άγνωστος συγγραφέας Μιχάλης Ζήσης (1904 – 1979)
Ο Μιχάλης Ζήσης γεννήθηκε στην Παραμυθιά το 1904 και απεβίωσε στην Κατερίνη το 1979. Γονείς του ήταν ο Δημήτριος Ζήσης και η Γιάννα Χρ. Παπαδημήτρη, καταγόμενοι από την Πυρσόγιαννη της Κόνιτσας.
Υπηρέτησε ως Διευθυντής Κοινωνικής Πρόνοιας στο Νομό Κοζάνης και στο Νομό Θεσπρωτίας. Στην Ηγουμενίτσα της Θεσπρωτίας ίδρυσε το Γηροκομείο, με την επωνυμία « Σουηδικός οίκος ευγηρίας », ως και τον Συνοικισμό « Νέα Ελβετία ».
– Εφημερίδα : « Ελεύθερο Βήμα », αριθμ. Φύλλου 873/1971
« … Δικαίως ο Δήμος της Ηγουμενίτσης δι’ αποφάσεώς του εις ανα-γνώρισιν της προσφοράς του κ. Μιχαήλ Ζήση προς την πόλιν, τον ετίμησε δια της ανακηρύξεώς του επιτίμου Δημότου και έδωσε το όνομά του εις μίαν οδόν του Συνοικισμού Νέας Ελβετίας…. »
Το συγγραφικό έργο του Μιχάλη Ζήση είναι, σχεδόν, άγνωστο στη Θεσπρωτία και στον ευρύτερο χώρο. ΄Ένα μέρος του δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Βασίλη Κραψίτη (βλ.π.π.) (λεπτομέρειες σε άλλη συνέχεια)
Μαρτυρίες για το Μιχάλη Ζήση :
– Η Φρόσω Ζήση – Καζή, κόρη του :
Ο Πατέρας μου γεννήθηκε στην Παραμυθιά. ΄Εζησε όμως στην Πάργα, όπου οι γονείς του είχαν δικό τους σπίτι. Το σπίτι αυτό αργότερα το πούλησαν. Σε μικρή ηλικία έχασε τους γονείς του. Μεγάλωσε κοντά στην αδερφή του την Καλλιόπη που ήταν δασκάλα, παντρεμένη στη Δράγανη με το Φώτιο Φίλο. Από τη Δράγανη πήγε στο οικοτροφείο στα Γιάννενα. Εκεί τελείωσε το Σχολαρχείο. ΄Εγινε δάσκαλος. Στη συνέχεια μετατάχτηκε στο Υπουργείο Πρόνοιας. Υπη-ρέτησε αρκετά χρόνια στην Κοζάνη, όπου έκανε πολλά κοινωφελή έργα. ΄Υστερα μετατέθηκε στην Ηγουμενίτσα. Στην Ηγουμενίτσα ίδρυσε το Γηροκομείο και τον οικισμό Ελβετίας. Η μάνα μου, το γένος Σμαράγδα Γρίτζου, καταγόταν από τη Μικρά Ασία. Είχε έρθει στα Γιάννενα, όπου εκεί γνωρίστηκε με τον πατέρα μου. Απέκτησαν δύο κορίτσια, την Iωάννα που παντρεύτηκε στην Κατερίνη, όπου απεβίωσε το 2000, κι εμένα ».
– Πόπη Εργολάβου – Αποστολάκη :
« Η γιαγιά μου, μητέρα του Πατέρα μου, ήταν αδερφή του πατέρα του Μιχάλη Ζήση. ΄Ολοι κατάγονταν από την Πυρσόγιαννη της Κόνιτσας. Ο πατέρας μου και ο πατέρας του Ζήση, ο Δημήτρης Ζήσης, ήταν κτίστες.
Ο Ζήσης στην αρχή ήταν δάσκαλος. Μετά έγινε Διευθυντής στην Πρόνοια Κοζάνης και αργότερα της Θεσπρωτίας (Ηγουμενίτσα). Η γυναίκα του ήταν από τη Μικρά Ασία. Ο Μιχάλης Ζήσης είχε δυο αδερφές, την Καλλιόπη και την Ευδοξία :
Η Καλλιόπη ήταν δασκάλα. Παντρεύτηκε στη Δράγανη. ΄Ένα εγγόνι της, ο Αντώνης, σήμερα με το όνομα Αρσένης ζει στο ΄Αγιο ΄Ορος, πλησίον του ηγούμενου Ευφραίμ.
Η Ευδοξία παντρεύτηκε στην Πάργα ».
More Stories
Ο μεγάλος ευεργέτης Μιχαήλ Παραμυθιώτης – 2ο μέρος
Θερμή υποδοχή Άλκη Λάμπρου και δημιουργική συζήτηση στην Παραμυθιά
Δήμος Σουλίου: Διπλό δημοτικό συμβούλιο