Του Μάριου Αναστασίου Μπίκα
Η εκτέλεση των Εννέα Επαρχιωτών 19 Σεπτεμβρίου 1943 ( Πρώτο μέρος )
Εισαγωγή
Οι Γερμανοτσάμηδες της Παραμυθιάς συνέλαβαν στις 18 Σεπτέμβρη του 1943, ημέρα Σάββατο, στην τοποθεσία Τριόδα, Σιαμέτια, 60 άντρες γυναίκες και παιδιά. Οι συλληφθέντες προέρχονταν από τα ορεινά χωριά Αγία Κυριακή (Πόποβο), Ελαταριά (Λαμπανίτσα), Πετροβίτσα, Πλακωτή, Πέντε Εκκλησιές (Οσδίνα) και Βλαχώρι. Πήγαιναν για να ψωνίσουν στο εβδομαδιαίο παζάρι της Παραμυθιάς τα αναγκαία για το σπίτι.
Η σύλληψής τους έγινε για να διαπιστωθεί :
– Αν συνεργάζονταν με τους ΄Ελληνες Αντάρτες.
– Αν ο ερχομός τους στην Παραμυθιά, είχε σχέση με την τροφοδοσία των Ανταρτών.
Η μόνη απόδειξη ενοχής ήταν η ύπαρξη πάνω τους χρυσών λιρών Αγγλίας ή χρημάτων. Το γεγονός αυτό αποδείκνυε τη συνεργασία τους με τους Αντάρτες
Από την Τριόδα οι Εξήντα μεταφέρθηκαν και κλείστηκαν στα υπόγεια του Δημοτικού Σχολείου της Παραμυθιάς, όπου μέχρι το πρωί της άλλης μέρας ανακρίνονταν από τους Γερμανοτσάμηδες, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Μαζάρ Ντίνος.
Τέτοιοι έλεγχοι γίνονταν σε καθημερινή βάση. Έλεγχαν όλους τους χωρικούς των ορεινών χωριών, που έρχονταν και έφευγαν από την Παραμυθιά.
Σκοπός των Γερμανοτσάμηδων ήταν να αποκλείσουν τους Αντάρτες, ώστε εξαιτίας του αποκλεισμού αυτού, να μην προβαίνουν σε επιχει-ρήσεις εναντίον τους.
Αποτέλεσμα του ελέγχου των εξήντα Επαρχιωτών ήταν Εννέα απ’ αυτούς να καταδικαστούν και να εκτελεστούν την επομένη 19.09.1943 ημέρα Κυριακή. Η εκτέλεση έγινε από γερμανικό απόσπασμα πλησίον και νοτιοδυτικά του Δημοτικού Σχολείου Βούλγαρη. Στο μέρος της εκτέλεσης έγινε και ο πρόχειρος ενταφιασμός τους στο κενοτάφιο, που άνοιξαν οι έξι Βελλιανίτες, αιχμάλωτοι την εποχή εκείνη των Γερμανών και έγκλειστοι στο εκεί Δημοτικό Σχολείο.
Από τους υπόλοιπους συλληφθέντες, μερικές γυναίκες που είχαν μωρά στα σπίτια τους ή ήταν έγκυες, ελευθερώθηκαν αμέσως, ενώ οι άλλοι μετά, περίπου από μια εβδομάδα.
Μικρή ιστορική αναδρομή
Στις 27 Απρίλη του 1941 οι Γερμανοί στρατιώτες εισήλθαν στην Αθήνα Η Ελλάδα χωρίστηκε σε τρεις ζώνες[1] :
Τη Βουλγαρική με τις περιοχές : ανατολική Μακεδονία, Θράκη και τα νησιά Θάσο και Σαμοθράκη.
Την Ιταλική με τα νησιά του Ιονίου Πελάγους, την ΄Ηπειρο, τμήμα της Δυτικής και κεντρικής Μακεδονίας, τη Θεσσαλία, τη Στερεά Ελλάδα, την Πελοπόννησο και τα νησιά Κυκλάδες.
Και τη Γερμανική με την Κρήτη (εκτός της Σητείας), την κεντρική και δυτική Μακεδονία, την Αττική και τα νησιά του Αργοσαρωνικού και Αιγαίου Πελάγους.
Αρχές Ιουλίου του 1941 οι Ιταλοί αφίχθησαν στην Παραμυθιά. Στρατοπέδευσαν στο νότιο μέρος της πόλης. Η συνεργασία με τους αρχηγούς των Αλβανοτσάμηδων ήταν άμεση, καθότι είχε ήδη αρχίσει από το 1940. Στα υψώματα γύρω από την πόλη δημιούργησαν φυλάκια από Ιταλοτσάμηδες στρατιώτες. Οι στρατιώτες αυτοί έλεγχαν σε εικοσιτετράωρη βάση κάθε ύποπτη κίνηση. Στους επόμενους μήνες είχαμε στη Θεσπρωτία πολλές δολοφονίες. Μια από αυτές ήταν και του αναπληρωτή του Νομάρχη Θεσπρωτίας Γεωργίου Βασιλάκου[2].
Το Γενάρη του 1943 οι ΄Αγγλοι κατέλαβαν τη Σικελία και σιγά σιγά αποβιβάστηκαν στην Ιταλία. Ο Μουσολίνι αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Κατέφυγε στη βόρειο Ιταλία, όπου συνελήφθη από τους αντιπάλους του και θανατώθηκε. Η επίσημη προσχώρηση[3] της Ιταλίας στις συμμαχικές δυνάμεις, Αγγλία, Ρωσία και Αμερική, υπογράφτηκε το Σεπτέμβρη του 1943.
Η Γερμανία του Χίτλερ, επειδή είχε αντιληφθεί την προσχώρηση της Ιταλίας στις συμμαχικές δυνάμεις, μετακίνησε στρατεύματά της προς την ιταλική ζώνη πολύ νωρίτερα από την επίσημη προσχώρησή της. Τα Γερμανικά στρατεύματα εγκαταστάθηκαν στα Γιάννενα τον Ιούλιο του 1943 κι από κει εξαπλώθηκαν σ’ ολόκληρο την ΄Ηπειρο. Ο αφοπλισμός των ιταλικών στρατιωτών άρχισε από την πρώτη στιγμή. Από τους 190.000 Ιταλούς στρατιώτες που βρίσκονταν στην Ελλάδα, το μεγαλύτερο μέρος τους προσχώρησε στους Γερμανούς. Η Μεραρχία « Πινερέλο » παραδόθηκε στον ΕΛΑΣ με όλο το οπλισμό της. Συνολικά 16.000 Ιταλοί θανατώθηκαν από τους Γερμανούς, ενώ οι υπόλοιποι κρύφτηκαν για να μην εντοπιστούν.
Τον Ιούλιο του 1943 οι Γερμανοί αφίχθησαν στην Παραμυθιά[4]. Η συνεργασία τους με τους Αλβανοτσάμηδες ήταν άμεση. Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου κατέστρεψαν τα 24 χωριά του Φαναριού. Η καταστροφή τους ήταν ολοκληρωτική. Ο μάχιμος και άμαχος πληθυσμός αυτών φονεύτηκε ή αιχμαλωτίστηκε. Οι γυναίκες βιάστηκαν ή κλείστηκαν στις φυλακές. ΄Ολος ο αγροτικός και ζωικός πλούτος του Φαναριού συγκεντρώθηκε στο αεροδρόμιο της Παραμυθιάς (Βέλλιανης) και από εκεί διοχετεύονταν όπου έδει. Οι κάτοικοι της Παραμυθιάς και των χωριών νότια αυτής έως και το Ζερβοχώρι (Δραγομή), φοβούμενοι την επέκταση της καταστροφής του Φαναριού, εγκατέλειψαν τις εστίες τους και εγκαταστάθηκαν, άλλοι στις γράβες του Κορύλα πλησίον της Μονής του Ιωάννου Προδρόμου (της Βέλλιανης) και άλλοι στα Σκάπετα (Κορύστιανη, Κουκουλιοί κ. αλλού). Ήδη από το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου οι Γερμανοί με τη βοήθεια των Αλβανοτσάμηδων και με βάση καλά οργανωμένου σχεδίου, προέβησαν στη σύλληψη επιφανών Παραμυθιωτών.
Η πρώτη ομαδική εκτέλεση Επαρχιωτών από τους Γερμανοτσάμηδες εντός της Παραμυθιάς (19.09.1943)
Σάββατο 18 Σεπτέμβρη 1943
Παραδοσιακό παζάρι στηνΠαραμυθιά. Στο παζάρι αυτό συμμετείχαν για αγοροπωλησίες και οι κάτοικοι των απομακρυσμένων και ορεινών χωριών, Σκάπετα, ΄Ανω της Σκάλας της Παραμυθιάς, ανατολικά της Μενίνας, αλλά και νότια και δυτικά της Παραμυθιάς μέχρι το Καναλάκι, το Καρβουνάρι και το Μαργαρίτι. Η Παραμυθιά την εποχή αυτή ήταν η μεγαλύτερη πόλη της Θεσπρωτίας και το σπουδαιότερο εμπορικό κέντρο αυτής. Παρά το γεγονός ότι ο τρόμος και ο φόβος εμπόδιζε τους κατοίκους των παραμεθορίων χωριών να μεταβούν στο παζάρι, εντούτοις πολλοί το αποτολμούσαν, αν και γνώριζαν ότι όλοι οι δρόμοι και τα μονοπάτια που οδηγούσαν προς και από την Παραμυθιά ελέγχονταν από Αλβανοτσάμηδες και Γερμανούς. Τα μπλόκα τους προς και από την αγορά της Παραμυθιάς είχαν σκοπό να εμποδίσουν την τροφοδοσία των Ελλήνων Ανταρτών που έδρευαν στη Σκάλα της Παραμυθιάς και στα άλλα ορεινά χωριά της. Πίστευαν ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα τους έθεταν εκτός μάχης. Είναι γεγονός ότι την εποχή αυτή οι κάτοικοι των ορεινών χωριών μαζί με τους Αντάρτες, υπέφεραν από την πείνα. Η μόνη τροφή που είχαν στη διάθεσή τους ήταν το κρέας και τα γαλακτομικά προϊόντα που τα έπαιρναν από τα ζώα τους. Όλα τ’ άλλα, αλάτι, αλεύρι, μακαρόνια, ρύζι, όσπρια κλπ. τους έλειπαν. Ζούσαν έναν πραγματικό αποκλεισμό.
Η σύλληψη των εξήντα (60) Επαρχιωτών
Κοντά στο χωριό ΄Αγιος Δονάτος (Σιαμέτια), πάνω από τη Μεγάλη Βρύση, στη θέση Τριόδα, που ήταν το σταυροδρόμι για ΄Ανω Σέλλιανη και για Σκάλα της Παραμυθιάς, ενέδρευαν φυλάκια των κατοχικών δυνάμεων, τα οποία έλεγχαν τους χωρικούς που πήγαιναν για την Παραμυθιά. Το ίδιο συνέβαινε και όταν επέστρεφαν στα χωριά τους. Στο μέρος αυτό συνέλαβαν εξήντα (60) άνδρες και γυναίκες που έρχονταν στο καθιερωμένο του Σαββάτου παζάρι της Παραμυθιάς, με σκοπό να ψωνίσουν για τα νοικοκυριά τους. Οι χωρικοί αυτοί προέρχονταν από τα χωριά[5] Βλαχοχώρι, Πέντε Εκκλησιές (Οσδίνα), Πλακωτή, Πετροβίτσα, Ελαταριά (Λαμπανίτσα) και Αγία Κυριακή (Πόποβο). Αφού τους έγινε αυστηρός έλεγχος, έλεγξαν ακόμα και τα υποζύγιά τους, τούς οδήγησαν στο Δημοτικό Σχολείο (του Βούλγαρη). Εκεί άρχισαν να τους ανακρίνουν. Στις ανακρίσεις συμμετείχε και ο Παραμυθιώτης Μαζάρ Ντίνο, αρχηγός των Αλβανοτσάμηδων της Παραμυθιάς και των περιχώρων.
Το Σάββατο βράδυ οι εξήντα συλληφθέντες, άντρες, γυναίκες και παιδιά, διανυκτέρευσαν στις αίθουσες του Δημοτικού Σχολείου της Παραμυθιάς, αγωνιώντας όλη τη νύχτα για τη ζωή τους.
Η καταδίκη των Εννέα
Οι Γερμανοί με τους συνεργάτες τους Αλβανοτσάμηδες και τους Ιταλούς[6], ύστερα από σύντομες και πρόχειρες ανακρίσεις, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι Εννέα από τους εξήντα (60) συλληφθέντες μετέβαιναν στο παζάρι της Παραμυθιάς, για να αγοράσουν τρόφιμα για τους Αντάρτες. Στο συμπέρασμα αυτό τους βοήθησαν πιο πολύ οι Αλβανοτσάμηδες και λιγότερο οι Ιταλοί.
Στις 18.09.1943 οι Γερμανοί είχαν συμπληρώσει στην Παραμυθιά περίπου τρεις μήνες παραμονή. Στο σύντομο αυτό χρονικό διάστημα δεν ήταν δυνατόν να γνωρίσουν την όλη κατάσταση που επικρατούσε στην Παραμυθιά και στα ορεινά χωριά της. Απεναντίας οι Αλβανοτσάμηδες ήταν γέννημα και θρέμμα της Παραμυθιάς και των περιχώρων. Γνώριζαν την ελληνική γλώσσα, τους ΄Ελληνες της Παραμυθιάς και της περιφέρειας, τους Αντάρτες, τους συγγενείς τους και τους χωριανούς τους. Γι’ αυτούς τους λόγους έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, όχι μόνο στην καταδίκη των Εννέα, αλλά και σ’ όλες τις άλλες θανατικές καταδίκες των Ελλήνων. Λιγότερος, αλλά επίσης καθοριστικός, ήταν κι ο ρόλος των Ιταλών. Οι Ιταλοί εγκαταστημένοι στην Παραμυθιά από τον Ιούλιο του 1941, είχαν δημιουργήσει για τους ΄Ελληνες Αντιστασιακούς Αρχεία, τα οποία και παράδωσαν στους Γερμανούς.
Η απόφαση που πήραν για τους Εννέα « ενόχους » Επαρχιώτες ήταν καταδικαστική. Θάνατος δια τουφεκισμού.
Στην απόφαση αυτή, μάλλον, δεν εφαρμόστηκε η διαταγή των αντιποίνων, ένας προς δέκα, αν και στις μαρτυρίες των ζώντων συλληφθέντων αναφέρεται ότι τις ημέρες εκείνες (18.09.1943) στη Σκάλα της Παραμυθιάς οι Αντάρτες είχαν φονεύσει σε συμπλοκή έναν Γερμανό στρατιώτη.
Ο εκτέλεση των Εννέα
Την άλλη ημέρα Κυριακή ενώπιον των 60 συλληφθέντων Γερμανός στρατιώτης, παρουσία διερμηνέα, ανέγνωσε τα ονόματα των Εννέα, 8 αντρών και μιας γυναίκας. Αφού εξήλθαν στην αυλή του Σχολείου, τούς οδήγησαν στο δυτικό κάτω μέρος του. Εκεί, αφού τούς παρέταξαν τον έναν δίπλα στον άλλον, τούς εκτέλεσαν με πολυβόλο. Το πολυβόλο, κατά τη διάρκεια της βολής, σύμφωνα με μαρτυρία (βλ.π.κ..), έπαθε εμπλοκή. Στη συνέχεια, το επισκεύασαν και ολοκλήρωσε το θανατικό του έργο.
Η απόφαση για την εκτέλεση πάρθηκε με απόλυτη μυστικότητα και σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, φοβούμενοι την ματαίωσή της από την ανάμειξη τρίτων. Το ίδιο συνέβηκε και για το χρόνο της εκτέλεσης.
Οι Εννέα Επαρχιώτες εκτελέστηκαν την επομένη ημέρα μετά τη σύλληψή τους και δέκα μέρες πριν από την εκτέλεση των 49 Προκρίτων της Παραμυθιάς. Οι πρώτοι εκτελέστηκαν εντός της Παραμυθιάς, ενώ οι δεύτεροι νότια και εκτός αυτής.
Σύμφωνα με μη διαστρωμένες μαρτυρίες, την εκτέλεση των Εννέα, αντιλήφθηκαν τυχαία και ορισμένοι Παραμυθιώτες. Ένας μάλιστα απ’ αυτούς αφηγήθηκε με λεπτομέρειες ό,τι είδε και άκουσε κατά την ώρα της εκτέλεσης, σε συγγενή εκτελεσθέντα.
Η εκτέλεση των Εννέα εντός της Παραμυθιάς είχε σκοπό να τρομοκρατήσει τους ΄Ελληνες που βοηθούσαν τους Αντάρτες. Κάτι παρόμοιο είχαν διαπράξει και οι Ιταλοί τον Απρίλη του 1942 με την εκτέλεση των αδελφών Κοκκίνη, Χρήστου και Κωνσταντίνου, από το Καριώτι. Τους αδελφούς Κοκκίνη εκτέλεσαν στο μέρος που βρίσκεται σήμερα το φωτογραφείο του Σταύρου Μόσχου. Άφησαν εκεί τα πτώματά τους προς κοινή θέα όλη την ημέρα. Και το βράδυ τα ενταφίασαν στο νεκροταφείο του τότε Μητροπολιτικού ναού, της Παναγίας (Μεγαλοεκκκλησιάς)
Οι εκτελεσθέντες :
1. Μαρία Κουτούπη, χήρα του Βασιλείου Κουτούπη (Αγ. Κυριακή)
2. Σιαμάντης Ευάγγελος του Κωνσταντίνου (Ελαταριά)
3 Ρίζος Κωνσταντίνος του Σταύρου (Ελαταριά)
4. Θεοδώρου Γεώργιος του Ιωάννη (Πέντε Εκκλησιές
5. Γεωργίου Ευάγγελος του Θεοδώρου (Πλακωτή)
6. Γεωργίου Μάνθος του Θεοδώρου (Πλακωτή)
7. Πέτσης Ευάγγελος του Χρήστου (Πλακωτή)
8. Πέτσης Σταύρος του Θεοδώρου (Πλακωτή)
9. Σταυρόπουλος Δημήτριος του Βασιλείου (Πλακωτή)
Η εκτελεσθείσα από την Τ.Κ. το Πόποβο ( Αγία Κυριακή) :
1. Η Μαρία χήρα του Βασίλη Κουτούπη.
Ο άντρας της Μαρίας, ο Βασίλης Κουτούπης, απεβίωσε νέος. Είχαν τρία παιδιά (βλ. π.κ. μαρτυρία του Ποποβίτη Νικόλα Κούρτη). Σύμφωνα με γραπτές και προφορικές μαρτυρίες η Μαρία εκτελέστηκε, επειδή της βρήκαν σε κόμπο του μαντιλιού της μια χρυσή αγγλική λίρα, ένδειξη συνεργασίας της με τους Αντάρτες του Ζέρβα, και γιατί ενεθάρρυνε τις νεαρές γυναίκες να μη μεταβούν για αγγαρεία, διότι εκεί σκόπευαν να τις βιάσουν οι Αλβανοτσάμηδες.
Άξιο επισήμανσης είναι το γεγονός ότι από την οικογένεια του Ποποβίτη Γιάννη Κουτούπη (πεθερού της Μαρίας ) θυσιάστηκαν για την πατρίδα :
Ο Γιάννη Κουτούπης το 1910 -1911 σε εξορίες και φυλακίσεις, κατά-δικασθείς από το τουρκικό στρατοδικείο των Ιωαννίνων. Ο γιος του ο Τσίλη Κουτούπης (απεβίωσε) το 1917 – 1918, ενώ υπηρετούσε στρατιώτης[7]. Και η νύφη του, η Μαρία, σύζυγος του Βασίλη, εκτελέστηκε το 1943. Η Μαρία, ατενίζοντας με θάρρος την κάνη του πολυβόλου, φώναξε δυνατά, απειλώντας τους κατακτητές ότι τα παιδιά της, οι γαμπροί της κι όλα τα άλλα παλικάρια θα πάρουν πίσω το αίμα των Εννέα. Τα τελευταία αυτά λόγια της Μαρίας ήταν προφητεία. ΄Ηταν προφητεία που επαληθεύτηκε μετά από εννιά μήνες περίπου. Στις 27 Ιουνίου του 1944 οι Αλβανοτσάμηδες (δεύτεροι) εγκατέλειψαν τη Θεσπρωτία. Και τον Οκτώβριο του ιδίου έτους οι Γερμανοί. (Οι Ιταλοί είχαν αποσυρθεί νωρίτερα)
α. Προφορικές μαρτυρίες
(Οι παρακάτω προφορικές μαρτυρίες είναι κατά τέτοιο τρόπο διασκευασμένες ώστε δεν αλλοιώνεται το πραγματικό τους νόημα )
– Ποποβίτης Νικόλαος Κούρτης (Σύβοτα)
« Η Τσίλη Κουτούπαινα, όπως τη λέγαμε στο χωριό, ήταν σύζυγος του Τσίλη Κουτούπη από το Πόποβο. Ο Τσίλης ήταν παιδί του Γιάννη Κουτούπη. Είχε αδερφό τον Θοδωρή Κουτούπη και ήταν πρώτος ξάδερφος του Οπλαρχηγού Νικόλα Κουτούπη, που σκοτώθηκε το 1912 στη Σκάλα της Παραμυθιάς. Ο Τσίλης Κουτούπης πέθανε, ενώ υπηρετούσε στρατιώτης. Για το θάνατό του η γυναίκα του έπαιρνε σύνταξη.
Είχαν τρία παιδιά :
Το Σταύρο[8], τη Λένη, γυναίκα του Γάκη Σούφη και τη Ρίνα, σύζυγο του Γιάννη Ντάνη.
Τον Αύγουστο του 1943 όλο το Πόποβο είχε πάει στο Χάβο από το φόβο των Τούρκων και των Γερμανών. Εκεί δεν είχαμε τίποτε να φάμε. ΄Αρμεγαν τα γίδια κι έρχονταν πεινασμένα τα παιδιά να πιουν γάλα.
Η Τσίλη Κουτούπαινα μαζί με τη Γιάννη Ζορκάδαινα αποφάσισαν να κατεβούν στην Παραμυθιά για να ψωνίσουν κάτι για φαγητό.
– Μην πάτε, τις συμβούλεψαν οι χωριανοί μας.
– Κι αν μάς πιάσουν, απάντησαν, τι θα μάς κάνουν; Εμείς γριές γυναίκες είμαστε.
Με αυτή τη σκέψη πήγαν στην Παραμυθιά. Στην Τριόδα πάνω από τα Σιαμέτια τις έπιασαν οι Τούρκοι με τους Γερμανούς. Τη Γιάννη Ζορκάδαινα την άφησαν ελεύθερη, γιατί είχε κάποιον Τούρκο γνωστό στην Πάργα. Την Τσίλη Κουτούπαινα, όμως, επειδή τής βρήκαν μια αγγλική χρυσή λίρα δεμένη στο μαντίλι, τήν φυλάκισαν με την κατηγορία ότι θα αγόραζε τρόφιμα για τους αντάρτες. Την άλλη μέρα τη σκότωσαν μαζί με άλλους οκτώ άντρες ».
( Η παραπάνω μαρτυρία του Ν.Κ. επιβεβαιώθηκε και από τις μαρτυρίες της Αρετής Βέρμπη, συζύγου του Βασίλη Κούρτη και του Ντάνη Ευθυμίου, εγγονού της Μαρίας Κουτούπη. Τις μαρτυρίες τους δεν τις παραθέτω, λόγω ομοιότητας )
– Ανθούλα Ντάνη, σύζυγος του Σίμου Τσώνη ( εγγονή της Μαρίας ) :
« … η Μαρία[9] Κουτούπαινα ήταν γιαγιά μου από την πλευρά της μάνας μου, της Ρίνας. Ο πατέρας μου ο Γιάννη Ντάνης ήταν ράφτης στο επάγγελμα.
Το 1943 οικογενειακώς μέναμε στο Σταυροχώρι του Φαναριού. Από το φόβο των Γερμανών και των Τούρκων φύγαμε από κει και πήγαμε στη γιαγιά Μαρία στο Πόποβο.
Ένα Σάββατο η γιαγιά είπε στον πατέρα μου :
– Γιάννη, θα πάω στην Παραμυθιά, για να πάρω τη σύνταξη του άντρα μου.
– Μην πας στην Παραμυθιά, τής είπε ο πατέρας μου. Στη Σκάλα σκότωσαν ένα Γερμανό στρατιώτη. Θα σε πιάσουν.
Η γιαγιά δεν τον άκουσε. Πήγε στην Παραμυθιά μαζί με δυο άλλες Ποποβίτισσες, τη Γάκη Σούφαινα με τη Γιάννη Ζορκάδαινα. Κάτω από τη Σκάλα, στην τοποθεσία Τριόδα τίς έπιασαν μαζί με πολλούς άλλους από την Πλακωτή.
– Γιατί έρχεσαι στην Παραμυθιά; Τή ρώτησαν οι Γερμανοί με τους Τούρκους.
– ΄Ερχομαι για να δω το παιδί μου το Σταύρο. Μένει εδώ. Έχει παντρευτεί την κόρη[10] του Νικόλα Φάτσιου.
Οι Γερμανοί με τους Τούρκους δεν πίστεψαν ό,τι τους είπε η γιαγιά και την άλλη μέρα τη σκότωσαν μαζί με άλλους οκτώ.
Πριν την σκοτώσουν φώναξε δυνατά. :
Μια γριά σκοτώνετε,
μια γάνα βάνετε.
Έχω παιδιά και γαμπρούς
θα βγάλουν το αίμα μου.
Μετά από μια εβδομάδα οι δυο Ποποβίτισσες που ήταν μαζί με τη γιαγιά μου γύρισαν στο Πόποβο… ».
β. Γραπτή μαρτυρία
– Βασίλη Κραψίτη : « Οι Μουσουλμάνοι Τσάμηδες της Θεσπρωτίας », Αθήνα 1986, σελ.101 :
«… Η Μαρία του Βασίλη Κουτούπη από το Πόποβο, τη στιγμή της εκτελέσεώς της κραύγασε :
“ Μια παλιόγρια σκοτώνετε. Να ’ναι καλά τα παλικάρια
στα βουνά, που θα πάρουν το αίμα μας πίσω “
Εκτελέστηκε δε, επειδή συγκρατούμενη με τις 28 γυναίκες από την Ελαταριά, τις ενθάρρυνε και τις οργάνωνε με αποτέλεσμα να αποφευχθεί ο βιασμός των νεαρών γυναικών που σχεδίαζαν οι μουσουλμάνοι τσάμηδες με το πρόσχημα ότι θα τις έπαιρναν για αγγαρείες. ΄Ετσι, την είχαν παρουσιάσει στους Γερμανούς σαν επικίνδυνο πρόσωπο των ανταρτών μας »
2. Οι εκτελεσθέντες από την Τ. Κ. Ελαταριά ( Λαμπανίτσα)
1. Σιαμάντης Ευάγγελος (1868-1943) του Κωνσταντίνου και της Ζωίτσαςήταν παντρεμένος με τη Γεωργία.
Παιδιά : Γεώργιος, Πανάγιω και Σιάνη.
2. Ρίζος Κωνσταντίνος (1925 (;) -1942 ) του Σταύρου και τηςΖώγως (το γένος Σιαμάντη).
Ανύπαντρος.
Αδέρφια : Γιάννης και Βασιλική.
Προφορική μαρτυρία
– Ιωάννης Τζάνης, συνταξιούχος εκπαιδευτικός καιπρώην Δήμαρχος του Καποδιστριακού Δήμου Παραποτάμου, γεννηθείς στην Τ. Κ. Ελαταριά (Λαμπανίτσα) :
1. « Ο Ευάγγελος Σιαμάντης (1868-1943) εκτελέστηκε από τους Γερμανούς στις 19.09.1943 κάτω από το Δημοτικό Σχολείο (Βούλγαρη) της Παραμυθιάς μαζί με άλλους οκτώ.
΄Ηταν γιος του Κωνσταντίνου και της Ζωίτσας (Ζώγως).
Γεννήθηκε στη Λαμπανίτσα (Τ.Κ. Ελαταριά).
΄Ηταν παντρεμένος με τη Γεωργία το γένος…
Παιδιά : Γεώργιος, Πανάγιω και Σιάνη.
Αδέρφια : Γιάννης Σιαμάντης και Γεώργιος Ρίζος (Δε γνωρίζουμε γιατί ο Γεώργιος μετονομάστηκε σε Ρίζος )
Σχετικά με τα επώνυμα Σιαμάντης και Διαμάντης.
Παλιά στη Λαμπανίτσα υπήρχε μόνο το επώνυμο Σιαμάντης. Αργότερα, πότε δεν είναι γνωστό, κάποιος το άλλαξε και μετονομάστηκε σε Διαμάντης. ΄Ετσι, σιγά σιγά πολλοί πήραν το επώνυμο Διαμάντης. Σήμερα στη Λαμπανίτσα, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή συναντούμε και τα δυο επώνυμα, Σιαμάντης και Διαμάντης.
Γι’ αυτό το λόγο, ο εκτελεσθείς στις 19.09.1943 από τους Γερμανούς Ευάγγελος Σιαμάντης αναγράφεται σε πολλά ιστορικά τοπικά βιβλία ως Διαμάντης, αντί του σωστού Σιαμάντης .
2. Ο Κώστας Ρίζος γεννήθηκε, περίπου, το 1925 στην Τ.Κ. Ελαταριά (Λαμπανίτσα). Εκτελέστηκε από τους Γερμανούς κάτω από το Δημοτικό Σχολείο (Βούλγαρη) της Παραμυθιάς στις 19.09.1943. ΄Ηταν ανύπαντρος.
Γονείς του ήταν ο Σταύρος Ρίζος και η Ζώγω, όπως τη φωνάζαμε στο χωριό, το γένος Σιαμάντη.
Αδέρφια : ο Γιάννης Ρίζος που μετοίκησε στον Παραπόταμο και η Βασιλική, παντρεμένη στη Μενίνα.
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες συγχωριανών μας, ήταν πολύ δυνατό παιδί. Πραγματικό παλικάρι. Όταν το εκτέλεσαν οι Γερμανοί ήταν ηλικίας περίπου 18 χρονών. Με τον εκτελεσθέντα Ευάγγελο Σιαμάντη ήταν στενός συγγενής από την πλευρά της μάνας του »
Γραπτή μαρτυρία
– Βασίλειος Παυλίδης : « Οι Αλβανοτσάμηδες της περιοχής Παραμυθιάς και η κατοχή », 2009, σελ. 95-96
« Τυφεκισμός των 9 εν Παραμυθία
Το Σεπτέμβριο 1943 αμέσως μετά την εγκατάστασιν των Γερμανών εις Παραμυθιάν, συλλαμβάνονται και φυλακίζονται εις το Δημοτ. Σχολείο Παραμυθίας 28 γυναίκες εξ Ελαταριάς Παραμυθιάς και αρκετές από άλλα ορεινά χωριά ως ύποπται τροφοδοτήσεως των ανταρτών. …
Τυχαίως διενεργηθείσα έρευνα επί του εις τινα απόστασιν ακολουθούντος Ε. Διαμαντή (σ.σ. Σιαμάντη) έφερεν εις φως πέντε χρυσάς λίρας, που ο οπλαρχηγός του ΕΔΕΣ Δημ. Πανταζής είχεν δώσει προς δραχμοποίησιν, δια τούτο δε διετάχθη η σύλληψίς του, καθώς και του συνοδοιπόρου του Ρίζου, μη έχοντος ιδέαν του πράγματος…. »
Μάριος Αναστασίου Μπίκας
[1] . Γεωργίου Ρούσσου : « Νεότερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. 1826 – 1974 », Αθήνα 1975, Τόμος Ζ, σελ. 397
[2] . Ιωάννου Αρχιμανδρίτου : « Τσάμηδες … », εκδόσεις Γεωργιάδη, σελ. 72 έ.κ.75
[3] . Νικολάου Ζιάγκου : « Αγγλικός Ιμπεριαλισμός και Εθνική Αντίσταση 1940-45 », Αθήνα 1980, Τόμος τρίτος, σελ. 150 : « Η κατάρρευση των Ιταλών » : « Στις 09.09.1943 η Ιταλία υπέγραψε ανακωχή με τους συμμάχους …. »
[4]. α. Αθανασίου Γκότοβου : « …Η Παραμυθιά στο στόχαστρο », ΦΟΠ , Παραμυθιά 2007, σελ. 31-32, υποσημ. 47 (σελ.32 ) : « ΄Υπόμνημα του Αλβανικού Συμβουλίου της Τσαμουριάς προς την γερμανική στρατιωτική διοίκηση Ηγουμενίτσας Ημερομηνία 10.12.1943 » : “ Αυτή ήταν η κατάσταση, όταν πριν από 6 μήνες (σ.σ. 10. Ιουλίου 1943) τα γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν την περιοχή. … “ ».
β. Βασίλη Κραψίτη : « Οι Μουσουλμάνοι Τσάμηδες της Θεσπρωτίας », Αθήνα 1986, σελ. 89 : « Στις αρχές Ιουλίου 1943 εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα υπό το στρατηγό Λάνς, το Γερμανικό Σώμα που επεκτάθηκε σ’ όλη την ΄Ηπειρο …
Η εκλεκτή Μεραρχία « ΕΝΤΕΛΒΑΪΣ » με 1200 Ουγκρορουμάνους εγκαταστάθηκε στην Παραμυθιά »
[5] . Αθανασίου Γκότοβου : (ό.α.), σελ. 20 , 23 κ. 26
[6] . Οι ιταλικές στρατιωτικές δυνάμεις της Παραμυθιάς, παρά το γεγονός ότι η Ιταλία είχε προσχωρήσει στις συμμαχικές δυνάμεις, συνεργάζονταν με τους Γερμανούς, καθότι είχαν παραδοθεί σ’ αυτούς. Κατά συνέπεια συνέβαλαν στην απόφαση για τους Εννέα καταδικασθέντες .
[7] . Σπύρου Μουσελίμη : « Το Πόποβο », Γιάννινα 1970, σελ. 44 και 52
[8] . Η Χριστίνα Γώγου, Ληξίαρχος της Δ.Ε. Παραμυθιάς του Δήμου Σουλίου :
α. « Ο Σταύρος Κουτούπης του Βασιλείου και της Μαρίας γεννήθηκε το 1910 »
β. « Για το Βασίλη Κουτούπη, πατέρα του Σταύρου, στο Αρχείο της Τ.Κ. Αγίας Κυριακής δεν υπάρχουν στοιχεία »
[9] . Η Ανθούλα Ντάνη : « Η Μαρία Κουτούπαινα ήταν κόρη του Ποποβίτη Βασίλη Τούλα ».
[10]. Η κόρη του Νικόλα Φάτσιου ονομαζόταν Μαρία. Η Μαρία είχε παντρευτεί το Νικόλα Τζίμα. Χώρισε. ΄Υστερα παντρεύτηκε το Σταύρο Κουτούπη, με τον οποίο απέκτησε πέντε (5) παιδιά, ήτοι : Το Βασίλη, την Έλλη, τον Κώστα, το Βαγγέλη και την ΄Αννα Ο Σταύρος πιο μπροστά ήταν παντρεμένος με τη Μαγδαλινή Ζιάγκου, αδελφή του συγγραφέα Νικ. Ζιάγκου με την οποία είχε αποκτήσει τη Αντιγόνη .
1 thought on “Αφιέρωμα: Η εκτέλεση των Εννέα Επαρχιωτών 19 Σεπτεμβρίου 1943 (Πρώτο μέρος)”
Comments are closed.