Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Πολιτική”
Βρισκόμαστε σε μια από τις χειρότερες θέσεις στην αναλογία θανάτων από κορωνοϊό ανά εκατομμύριο πληθυσμού μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών. Καμία πρόσληψη μόνιμου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού στο Εθνικό Σύστημα Υγείας εν μέσω της μεγαλύτερης υγειονομικής κρίσης των τελευταίων εκατό χρόνων. Τη στιγμή που για να αποφευχθεί η διάδοση του ιού, οι ειδικοί ζητούν μέτρα κατά του συνωστισμού, η κυβέρνηση αποφασίζει αύξηση του αριθμού μαθητών ανά αίθουσα και δεν αυξάνει τα δρομολόγια των δημόσιων μέσων μεταφοράς. Αυτά και άλλα τόσα παραδείγματα αποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι ανίκανη να διαχειριστεί την πανδημία και τις τύχες της κοινωνίας.
Είναι όμως ανίκανη γιατί δεν μπορεί, ή γιατί δεν θέλει;
Αν η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ήταν ανίκανη απλά γιατί δεν μπορεί, αν ήταν θέμα προσώπων που δεν μπορούν να εφαρμόσουν την κυβερνητική πολιτική, ένας ανασχηματισμός ενδεχομένως να έδινε κάποια λύση στην παρατηρούμενη απουσία κυβερνητικού σχεδίου. Ανασχηματισμός όμως έγινε και τα προβλήματα συνολικά οξύνθηκαν.
Συνεπώς το πρόβλημα μεγεθύνεται από τις ιδεολογικές καταβολές των πολιτικών που υλοποιεί η κυβέρνηση. Όταν δεν πιστεύεις στο δημόσιο σύστημα υγείας, στο δημόσιο σύστημα παιδείας, στο δημόσιο σύστημα μεταφορών και τη χρηματοδότηση των δημόσιων υποδομών τις βλέπεις όχι ως επένδυση, αλλά ως κόστος, είναι λογικό να αφήνεις στη χειρότερη δυνατή στιγμή την κοινωνία απροστάτευτη από την επέλαση της πανδημίας. Όταν πιστεύεις πως η αγορά, με τις ολιγοπωλιακές συνθήκες που επικρατούν, είναι ο απόλυτος μηχανισμός ρύθμισης και ισορροπίας, είναι λογικό να κάθεσαι ανέμελος και να μην κάνεις τίποτα με την ακρίβεια να έχει φτάσει σε ύψη ρεκόρ και το ρεύμα να αυξάνεται μέρα με τη μέρα. Όταν δεν πιστεύεις ότι το κράτος έχει καθοριστικό ρόλο στην αναδιανομή του πλούτου προς όφελος των πολλών, είναι λογικό να έχεις κορυφαίο υπουργό και «αντ’ αυτού» στο Μαξίμου τον πρώην Γενικό Διευθυντή του ΣΕΒ και κεντρικό στέλεχος, όταν η εργοδοτική οργάνωση έκανε προσφυγή στο ΣτΕ, ενάντια στην αύξηση του κατώτατου μισθού με βάση τις τριετίες. Όταν ευνοείς τη συγκέντρωση πλούτου και δύναμης σε λίγους και εκλεκτούς, είναι λογικό τα διάφορα χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως το Ταμείο Επιχειρηματικότητας να τα καρπώνονται οι λίγοι και εννιά στις δέκα μικρομεσαίες επιχειρήσεις να μένουν εκτός χρηματοδότησης.
Αυτά είναι τα πεπραγμένα της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Ολιγωρία, πολιτικές που ανακοινώνονται τη μία μέρα για να ακυρωθούν την επόμενη, μίζερα μέτρα στήριξης. Οι νεοφιλελεύθερες εμμονές της οδηγούν σε αδιέξοδα πολιτικής. Τη στιγμή που το κράτος είναι απολύτως αναγκαίο να παίξει τον εποπτικό και ρυθμιστικό ρόλο του στην αγορά ενέργειας, η Νέα Δημοκρατία εξαφανίζει τη συμμετοχή του δημοσίου από τη ΔΕΗ και από τις υποδομές στο φυσικό αέριο. Με τον πληθωρισμό να σημειώνει μια από τις χειρότερες επιδόσεις από μήνα σε μήνα μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με την ακρίβεια να τρώει τα εισοδήματα ειδικά των πιο αδύναμων, η κυβέρνηση αποφασίζει να δώσει αύξηση στους εργαζόμενους μισό ευρώ την ημέρα. Όταν η ίδια προεκλογικά έταζε για αυξήσεις στις αποδοχές διπλάσιες του ρυθμού ανάπτυξης.
Ήδη και λόγω της πανδημίας, αλλά και της κλιματικής κρίσης, γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο σε παγκόσμιο επίπεδο, ότι υπάρχει υποχώρηση των προσεγγίσεων που πρεσβεύουν το λιγότερο κράτος και την αυτορύθμιση της οικονομίας μέσω του μηχανισμού της αγοράς. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα, ειδικά στην Ευρώπη, όπου αποκτούν ξανά ισχύ οι προσεγγίσεις που ζητούν την ενδυνάμωση του ρόλου του κράτους στην οικονομία και την ανάγκη για ισχυρές δημόσιες υπηρεσίες. Το δικαίωμα στην υγεία, την εκπαίδευση, στις δωρεάν και καθολικές δημόσιες υπηρεσίες, σε συνδυασμό με την ανάγκη η οικονομική ανάπτυξη να είναι συμβατή με τη διατήρηση ενός βιώσιμου πλανήτη, αποτελούν προτάγματα των προοδευτικών δυνάμεων διαχρονικά, με το κόστος που συνεπάγεται η μετάβαση σε ένα πιο βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης, να πρέπει να επωμιστούν περισσότερο οι πολύ πλούσιοι και λιγότερο η μεσαία τάξη και τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα.
Απέναντι σε μια Νέα Δημοκρατία που υπερασπίζεται με σθένος τις αρχές μιας πραγματικότητας που δείχνει να έχει κλείσει τον ιστορικό της κύκλο, το χρέος του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία είναι, σε συνεννόηση με άλλες προοδευτικές δυνάμεις εθνικά και πανευρωπαϊκά, να πρωτοστατήσει σε αυτή την αλλαγή. Ήδη, προωθείται σε συνεννόηση με άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις της κεντροαριστεράς, μια συνεκτική πρόταση για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας. Στην πρόταση περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, νέα εργαλεία δημοσιονομικής σταθεροποίησης, όπως το κοινό σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης επίδομα ανεργίας, ή το ελάχιστο ευρωπαϊκό εγγυημένο εισόδημα, που θα ενεργοποιούνται σε συνθήκες κρίσης, ή όταν ένα κράτος αντιμετωπίζει δημοσιονομικά προβλήματα. Επίσης, αναθεώρηση των στόχων χρέους και ελλειμμάτων, ώστε να ανέλθει στα επίπεδα που είναι σήμερα ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακόμη, την αφαίρεση από τον υπολογισμό ως ελλειμμάτων των δαπανών που αφορούν στη χρηματοδότηση έκτακτων φυσικών φαινομένων.
Για να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό κράτος με την ενεργό συμμετοχή της κοινωνίας, μιας και μόνο με αυτό τον τρόπο η αναπτυξιακή διαδικασία αποκτά μόνιμα χαρακτηριστικά και με τις μεταρρυθμίσεις να διαμορφώνουν ένα καθολικό κοινωνικό κράτος, εγγυητή της πραγματικής κοινωνικής ασφάλειας.
More Stories
ΣΥΡΙΖΑ Θεσπρωτίας: Ενότητα και προοπτική για το κόμμα
Κυριακή 24/11: Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Εκλέγει νέο πρόεδρο
Με Πάσχο και Κώστα βρέθηκε στην περιοδεία του στην Παραμυθιά ο Λάμπρου