paramythianews

Nέα από δήμο Σουλίου – Θεσπρωτία – Ήπειρο

Σύντομη επισκόπηση της ιστορικής πορείας της Θεσπρωτίας κατά την αρχαιότητα

Της Κωνσταντίνας Ζήδρου (αρχαιολόγος)

Σύντομη επισκόπηση της ιστορικής πορείας της Θεσπρωτίας κατά την αρχαιότητα

Η σύγχρονη ΠΕ Θεσπρωτίας καταλαμβάνει το ΝΔ τμήμα της Ηπείρου. Συνορεύει βόρεια με την Αλβανία, ανατολικά με την ΠΕ Ιωαννίνων, νότια με τις ΠΕ Πρεβέζης και Άρτης, ενώ δυτικά βρέχεται από το Ιόνιο πέλαγος. Σε σύγκριση με την αρχαία και βυζαντινή Θεσπρωτία διαφέρει σημαντικά ως προς την έκταση.  Όσο όμως και αν τα σύγχρονα όρια διαφοροποιούνται, ωστόσο κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την επίκαιρη γεωγραφική της θέση και το σημαντικό της ρόλο τόσο σήμερα όσο και στο απώτατο και κοντινό παρελθόν. Ακριβώς αυτή η γεωμορφολογία και η στρατηγικής σημασίας θέση της συντέλεσαν στη διαμόρφωση της μακραίωνης και πολυτάραχης ιστορικής της πορείας.

Πιο συγκεκριμένα, ίχνη ανθρώπινης παρουσίας ανιχνεύονται ήδη από την παλαιολιθική εποχή (Καρβουνάρι, Μόρφι, Ραχούλι κ.α.). Η κατοίκηση συνεχίζεται συστηματικότερη και πιο εξελιγμένη, με την ίδρυση μονιμότερων πλέον οικισμών, κατά τη νεολιθική περίοδο (σπήλαιο Σίδερης, σπήλαιο Ψάκας, πεδιάδα Παραμυθιάς κ.α.), όπως αποδεικνύεται από τα αυξημένα σε αριθμό και ποικιλία ευρήματα. Στις αρχές της εποχής του Χαλκού, στα μέσα της δεύτερης χιλιετηρίδας (2500 π. Χ.), παρατηρείται μια εισροή προελληνικών φύλων, τα οποία κατήλθαν, δια ξηράς, μέσω της σύγχρονης Αλβανίας ή της περιοχής της Μακεδονίας, ενώ έφεραν και τον πρωτόγονο πολιτισμό τους στη Θεσπρωτία. Λίγους αιώνες αργότερα, περίπου το 2100 π.Χ., τοποθετείται η κάθοδος και η εγκατάσταση των πρώτων ελληνικών φύλων. Ανάμεσά τους, το ισχυρότερο και δυναμικότερο ήταν οι Θεσπρωτοί. Αυτοί κατέλαβαν, σταδιακά, ολόκληρη την περιοχή ανάμεσα στον Αμβρακικό, το Ιόνιο και την Πίνδο, δηλαδή το μέγιστο μέρος της σημερινής Ηπείρου και μάλιστα έδωσαν και την ονομασία τους σε αυτή. Αρχικά, αλλού υπέταξαν τους ήδη υπάρχοντες προέλληνες και αλλού συμβίωσαν μαζί τους ειρηνικά, με αμοιβαίες βέβαια πολιτιστικές επιδράσεις, όπως προκύπτει από το γλωσσικό στοιχείο και τα τοπωνύμια. Ωστόσο, η έρευνα έχει αποδείξει ότι έως τη μυκηναϊκή εποχή, οι προέλληνες είχαν αφομοιωθεί ολοκληρωτικά. Η απόλυτη κυριαρχία των Θεσπρωτών στην Ήπειρο συνεχίστηκε έως το 1200 π. Χ., οπότε κατέρχονται από τον βορά οι Μολοσσοί και καταλαμβάνουν τμήματα της κεντρικής και ανατολικής Ηπείρου, τα οποία αφαιρούν από τους Θεσπρωτούς. Παράλληλα, την ίδια περίοδο συντελείται και η λεγόμενη «Κάθοδος των Δωριέων» προς τα νότια και έτσι οι μετακινήσεις είναι συνεχείς και το όρια ασαφή και συνεχώς μεταβαλλόμενα.

            Παρόλες όμως τις ανακατατάξεις και την εμφάνιση των Μολοσσών, οι Θεσπρωτοί εξακολουθούν να διατηρούν τα εδάφη τους, με ελάχιστες απώλειες, ενώ και η κατάσταση σε γενικές γραμμές παραμένει αμετάβλητη έως και τον 8ο π.Χ. αι.. Με την έναρξη του 7ου π.Χ. αι. και της αρχαϊκής εποχής, εμφανίζονται στο προσκήνιο οι Κορίνθιοι και οι Ηλείοι, ιδρύοντας αποικίες στη νότια Ήπειρο (Αμβρακία, Πανδοσία) και περιορίζοντας περαιτέρω τα θεσπρωτικά εδάφη. Παράλληλα, αρχίζουν εκ νέου και οι εμπορικές σχέσεις με τη νότια  Ελλάδα, καθώς είχαν διακοπεί προσωρινά ύστερα από την Κάθοδο των Δωριέων. Ο αμέσως επόμενος αιώνας σηματοδοτεί την αφετηρία της ενεργής συμμετοχής των Κερκυραίων στα Ηπειρωτικά πράγματα, με την ίδρυση αποικιών στις ακτές της (π.χ. Βουθρωτό). Ωστόσο, η ηρεμία και η υπάρχουσα κατάσταση θα παραμείνει αμετάβλητη έως τις αρχές του 5ου π.Χ. αι., αν και οι μαρτυρίες και τα στοιχεία είναι περιορισμένα και δεν επιτρέπουν τη διαμόρφωση μιας σαφέστερης εικόνας.

            Ο πρώτος αιώνας της κλασικής περιόδου, η οποία οριοθετείται για την περιοχή της  Θεσπρωτίας ανάμεσα στο 500/480 και το 330/325 π.Χ., δε χαρακτηρίζεται από  αξιομνημόνευτες μεταβολές. Με το πέρασμα στον επόμενο 4ο π.Χ. αι., αποσπάται και ανεξαρτητοποιείται η Κασσωπαία στα δυτικά, ενώ και οι Μολοσσοί προωθούνται εκ νέου προς τα νότια, καταλαμβάνοντας σημαντικό τμήμα της ανατολικής Θεσπρωτίας, την περιοχή ως τον Αμβρακικό κόλπο και για πρώτη φορά τη Δωδώνη, οπότε το ιερό περνά στην κατοχή τους. Οι Θεσπρωτοί, με τη σειρά τους και ύστερα από σκληρές μάχες, επανακτούν από τους Χάονες την Κεστρίνη στα δυτικά παράλια, ελαττώνοντας κάπως τις απώλειες. Ωστόσο, τα εδάφη τους έχουν περιοριστεί περαιτέρω, περίπου δηλαδή στα όρια της σύγχρονης ΠΕ. Παρόλες όμως τις εδαφικές απώλειες, οι Θεσπρωτοί αποδεικνύονται ιδιαίτερα δραστήριοι και υπολογίσιμοι ως δύναμη, καθ’ όλη την κλασική περίοδο, εξαιτίας της ισχύς τους και κυρίως της επίκαιρης γεωγραφικής τους θέσης,  όπως διαφαίνεται από την ενεργή συμμετοχή τους στα πολιτικά πράγματα τόσο της Ηπείρου όσο και της Νοτίου Ελλάδος. Πιο συγκεκριμένα, παίρνουν μέρος στον Αρχιδάμειο πόλεμο ως σύμμαχοι των Κορινθίων, ενώ μετά το τέλος του προσχωρούν, μαζί με τους Μολοσσούς, στην Αθηναϊκή συμμαχία. Επιπλέον, εμφανίζονται και ως μέλη της Β΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας – Ηγεμονίας, γεγονός όμως που δεν αποδεικνύεται με βεβαιότητα από τις πηγές. Στην Ήπειρο τώρα, δημιουργούν το Κοινό των Θεσπρωτών, ως αντίβαρο του Κοινού των Μολοσσών. Κατά το έτος 330 / 325 π.Χ., προσχωρούν, μαζί με τα υπόλοιπα Ηπειρωτικά φύλα, στη νεοσυσταθείσα Συμμαχία των Ηπειρωτών, γεγονός που μαζί με την ενεργή ενασχόληση του Φιλίππου Β΄ στα Ηπειρωτικά πράγματα και το θάνατο του Αλεξάνδρου Α΄ βασιλιά των Μολοσσών σηματοδοτούν το τέλος της κλασικής και την έναρξη της ελληνιστικής περιόδου τόσο για την Ήπειρο γενικότερα όσο και για τη Θεσπρωτία ειδικότερα.

            Η ελληνιστική εποχή (330/325 –168 π.Χ.) χαρακτηρίζεται ως μια εξαιρετικά ταραγμένη ιστορική περίοδος. Η έναρξη της βρίσκει τους Θεσπρωτούς στα ίδια εδαφικά όρια και μέλη της Συμμαχίας των Ηπειρωτών. Έναν αιώνα αργότερα θα ενταχθούν και στο Κοινό των Ηπειρωτών. Ωστόσο, στις δυο αυτές πολιτικές κοινοπραξίες πρωτεύοντα ρόλο διαδραματίζουν οι Μολοσσοί, ενώ οι Θεσπρωτοί, απλώς, παρακολουθούν τις εξελίξεις και ακολουθούν τη γενικότερη πορεία της Ηπείρου, χωρίς όμως πλέον ενεργή συμμετοχή. Με την είσοδο στον 2ο π.Χ. αι., η Θεσπρωτία, κατά κύριο λόγο, όπως και η υπόλοιπη Ήπειρος, γίνεται θέατρο διπλωματικών ενεργειών και πολεμικών επιχειρήσεων μεταξύ Μακεδονίας, της κυρίαρχης για την εποχή ελληνικής δύναμης και Ρώμης, του υποτιμημένου κινδύνου από τα δυτικά. Οι Ρωμαίοι αρχίζουν να διεισδύουν στα ελληνικά εδάφη από τα στενά του Καλαμά. Είναι ακριβώς η περίοδος κατά την οποία η Θεσπρωτία χωρίζεται στα δύο, καθώς άλλοι υποστηρίζουν το φιλομακεδονικό κόμμα του Φιλοστράτου και του Θεοδότου και άλλοι το φιλορωμαικό του Χάροπα Μαχατά, ο οποίος βοηθούσε, έμπρακτά, τη Ρώμη και διέβαλε τους Ηπειρώτες ηγέτες. Βέβαια κατά τη διάρκεια των μαχών, η πλειονότητα των Θεσπρωτών πολεμούσε στο πλευρό των Μακεδόνων και των υπολοίπων Ελλήνων και ελάχιστοι στο ρωμαϊκό στρατό. Τελικά, η περιοχή, αφού πρόβαλε μικρή αντίσταση, παραδόθηκε στους Ρωμαίους, χωρίς ωστόσο να αποφύγει τις λεηλασίες, τις σφαγές και τις καταστροφές, καθώς 44 τειχισμένοι οικισμοί της καταστράφηκαν ολοσχερώς.

            Τόσο η ρωμαϊκή διείσδυση όσο και η ρωμαϊκή κατάκτηση του 167 π.Χ., που σηματοδοτεί και την έναρξη της ρωμαϊκής περιόδου, ξεκίνησαν από τη Θεσπρωτία. Τα εδάφη της εντάχθηκαν στην κραταιά Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και μειώθηκαν περαιτέρω, καθώς η Κεστρίνη αποδόθηκε και πάλι στους νομιμόφρονες, απέναντι στη Ρώμη, Χάονες. Αλλά και μετά την κατάκτηση, η περιοχή, διαλυμένη και ερειπωμένη εξακολουθεί να ταλαιπωρείται από τη βαριά φορολογία, την κατάχρηση εξουσίας, την αναγκαστική στράτευση, τους βανδαλισμούς και τις λεηλασίες του Χάροπα Μαχατά έως το 157 π.Χ., οπότε και πεθαίνει, αλλά και από τις εμφύλιες συγκρούσεις των Ρωμαίων στρατηγών που τη διεκδικούν λόγω της επίκαιρης γεωγραφικής της θέσης. Η νίκη του Οκταβιανού στο Άκτιο, το 31 π. Χ., θέτει τέλος στις εμφύλιες συγκρούσεις και επαναφέρει την ηρεμία στην περιοχή. Παράλληλα, πλούσιοι Ρωμαίοι γαιοκτήμονες εγκαθίστανται σε αυτή, στις αρχές του 1ου π.Χ. αι., οργανώνοντας γεωργικές και κτηνοτροφικές επιχειρήσεις. Αντίστοιχα στα παράλια της, ιδρύονται ρωμαϊκές αποικίες, όπως και σε ολόκληρη την Ήπειρο, για την αποκατάσταση των Ρωμαίων ακτημόνων. Στα τέλη του 1ου π.Χ. αιώνα, η Θεσπρωτία και η υπόλοιπη Ήπειρος υπάγονται στη διευρυμένη επαρχία της Αχαΐας. Επί Τραϊανού (103 – 114 μ.Χ.),  απαρτίζει τμήμα της αυτοτελούς επαρχίας της Ηπείρου, μαζί με την υπόλοιπη Ήπειρο, την Ακαρνανία και τα Επτάνησα.

Συνολικά, κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, η Θεσπρωτία ακολουθεί την ενιαία πολιτική της αυτοκρατορίας για την Ήπειρο, χωρίς εξέχουσα παρουσία ή ρόλο, με τοπικές διοικήσεις, περιορισμένο πληθυσμό, τμήμα του οποίου ίσως μεταφέρθηκε στη Νικόπολη κατά τον συνοικισμό της παρόλο που δεν αποδεικνύεται από τις πηγές, ενώ και το εμπόριο περνά στα χέρια των Ρωμαίων. Η ύστερη αρχαιότητα ολοκληρώνεται με τις επιδρομές και τις λεηλασίες των βαρβαρικών φύλων, οι οποίες ξεκινούν ήδη από τον 3ο μ.Χ. αι.

Θέλετε να μας στηρίξετε;

Μια δωρεά από εσάς μας είναι πολύτιμη. Χρησιμοποιήστε τον σύνδεσμο της paypal για ασφάλεια: