Του Μάριου Αναστασίου Μπίκα
Η Θεσπρωτία την 28η Οκτωβρίου 1940, το ΟΧΙ των Ελλήνων
Στις 28 Οκτωβρίου 1940, ημέρα Δευτέρα και ώρα 05.30 πρωινή, η φα-σιστική Ιταλία του Μουσολίνι, σύμμαχος του Χίτλερ, κήρυξε τον πό-λεμο εναντίον της Ελλάδας. Κήρυξε τον πόλεμο, επειδή ο Πρωθυ-πουργός της Ελλάδος απάντησε ΟΧΙ στις κατακτητικές της απαιτήσεις.
Μικρή ιστορική επισκόπηση
Α΄. Ευρώπη
Το Νοέμβριο του 1936 η Γερμανία του Χίτλερ συμμαχεί με την Ιταλία του Μουσολίνι.
Το Μάρτιο του 1938 η Γερμανία ενώνεται με την Αυστρία.
Το Μάρτιο 1939 η Γερμανία προσαρτεί εδάφη της Τσεχοσλοβακίας και επιτυγχάνει τη διάλυσή της.
Τον Απρίλιο του 1939 η Ιταλία καταλαμβάνει την Αλβανία, ενώ η Γερμανία το Σεπτέμβριο του ιδίου έτους την Πολωνία.
Τον Αύγουστο του 1939 υπογράφηκε το Γερμανοσοβιετικό μη επίθεσης σύμφωνο μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν.
Τον Απρίλιο του 1940 η Γερμανία καταλαμβάνει τη Δανία και τη Νορβηγία και στη συνέχεια το Βέλγιο, την Ολλανδία και εισέρχεται στο Παρίσι.
Β΄. Ελλάδα
Πρωθυπουργός της Ελλάδας την εποχή της 28ης Οκτωβρίου 1940 ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς, που είχε αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας με πραξικόπημα στις 04.08.1936
Το 1939-1940 η ελληνική κυβέρνηση εξόρισε στα νησιά του Αιγαίου, Χίο, Μυτιλήνη και Κρήτη, πολλούς μάχιμους Μουσουλμάνους Τσάμη-δες, εξαιτίας της εχθρικής τους στάσης απέναντι στην Ελλάδα.
Τη 15η Αυγούστου 1940, οι Ιταλοί τορπίλισαν στο λιμάνι της Τήνου το ελληνικό πολεμικό πλοίο ΄Ελλη.
Η κήρυξη του πολέμου – η Κατάσταση στη Θεσπρωτία
Την 28η Οκτωβρίου 1940, την 03.00 πρωινή, ο ιταλός πρέσβης στη Ελλάδα Grazzi επιδίδει στον πρόεδρο της Ελληνικής κυβέρνησης Μεταξά τελεσίγραφο της κυβέρνησής του.
Την 05.30 πρωινή της ίδιας ημερομηνίας η Ιταλία κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Ελλάδας, προσβάλλοντας τα σύνορά της με την Αλβανία.
Την 28η Οκτωβρίου 1940, έπεσε στη Θεσπρωτία από ιταλική σφαίρα ο πρώτος νεκρός στρατιώτης των Ελληνοαλβανικών συνόρων, ο Αρχιφύλακας Λοχίας Μαυρομάτης, καταγόμενος από τη Μεσσηνία. Στο μέρος αυτό υπήρχε στρατιωτικό φυλάκιο, το οποίο σήμερα ονομάζεται « Φυλάκιο του Μαυρομάτη »
Την 28η Οκτωβρίου η ιταλική αεροπορία βομβάρδισε την παραμεθόριο περιοχή της Θεσπρωτίας. Κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών αυτών φονεύτηκε στο χωριό Πλακωτή η Αθηνά Αηδόνη, τριών (3) ετών, κόρη του Βασίλη Αηδόνη και της Ελένης Κάτσιου. (βλ. π.κ. προφορική μαρτυρία του Γρηγορίου Αηδόνη)
Iταλικά στρατεύματα συνεπικουρούμενα από τρία αλβανικά τάγματα, με εθελοντές Αλβανούς και Αλβανοτσάμηδες, εισβάλουν στη Θεσπρωτία από τη Σαγιάδα και τα ελληνικά φυλάκια βόρεια των Φιλιατών. Αρχηγοί των Αλβανικών ταγμάτων ήταν Αλβανοτσάμηδες. Ανάμεσά τους βρισκόταν και ο Γιασίν Σαντήκ, πρώην πρόεδρος της Κοινότητας Μαργαριτιού.
Ο ελληνικός στρατός, βάση σχεδίου, υποχωρεί και οχυρώνεται στο Καναλάκι.
Ο άμαχος χριστιανικός πληθυσμός των Φιλιατών, της Ηγουμενίτσας και του Μαργαριτιού εγκατέλειψε τις οικίες του, ακολουθώντας τον ελληνικό στρατό. Τις εγκαταλειμμένες οικίες λεηλάτησαν και πυρπόλησαν οι Αλβανοτσάμηδες.
29.10.1940 διεξάγεται στην περιοχή βάλτου του Ραγίου η πρώτη μάχη ανάμεσα σε ομάδα ανίχνευσης των Ιταλών – Αλβανοτσάμηδων και των Ελλήνων της Ηγουμενίτσας. Κατά τη διάρκεια της μάχης αυτής εφονεύ-θη Ιταλός αξιωματικός και πνίγηκαν τέσσερις (4) Ιταλοί στρατιώτες.
06.11.1940 ο ιταλικός στρατός μαζί με τα τάγματα Αλβανών εισήλθαν στην άδεια από πληθυσμό Ηγουμενίτσα, συλλαμβάνοντας τους Χρήστο Πιτούλη, Χρήστο Τσώνη και Βασίλειο Πιτούλη, τους οποίους θεώρησαν υπεύθυνους για το θάνατο του Ιταλού αξιωματικού στο Βάλτο Ραγίου. Τους συλληφθέντες, αφού πέρασαν από στρατοδικείο, τους δύο πρώτους καταδίκασαν σε θάνατο, ενώ τον τρίτο εξόρισαν στην Ιταλία. ( βλ. λεπτομέρειες πιο κάτω γραπτή μαρτυρία Ι. Αρχιμανδρίτου ).
Τις επόμενες ημέρες οι Ιταλοί διατάσσουν γενική επιστράτευση των Αλβανοτσάμηδων της Θεσπρωτίας.
07.11.1940 λεηλατούν και πυρπολούν Πλαταριά, Σύβοτα και Πέρδικα. 08.11.1940 :
α. Καταλαμβάνουν το εγκαταλειμμένο από τους χριστιανούς Μαργαρίτι.
β. Συνοδεία Αλβανοτσάμηδων, καταγόμενων από το Ζερβοχώρι εισήλθαν στο χωριό Δράγανη (σήμερα Αμπελιά).
γ. Τις βραδινές ώρες, ομάδα από Ιταλούς στρατιώτες και Αλβανοτσάμηδες εισήλθεν στην Παραμυθιά, πυρπολώντας τα καταστήματα που βρίσκονταν μπροστά και απέναντι από το φούρνο του Λάμπρου Μίχου. Το μέρος αυτό σήμερα έχει διαμορφωθεί σε πλατεία και ονομάζεται « Πλατεία Μιχαήλ Παραμυθιώτη » ( Βλ. λεπτομέρειες π.κ. μαρτυρία Κων. Ν. Καλύβα).
Στη συνέχεια τα ιταλικά στρατεύματα μαζί με τάγματα εθελοντών Αλβανών και Αλβανοτσάμηδων, δεν κατόρθωσαν να προχωρήσουν πέραν του Μαργαριτιού. Και, περί τα μέσα του Νοεμβρίου 1940, μετά από σκληρές μάχες με τον ελληνικό στρατό, εγκατέλειψαν τη Θεσπρωτία, καταφεύγοντας στην Αλβανία.
Γραπτές μαρτυρίες
– Ιωάννου Αρχιμανδρίτου : « Τσάμηδες της Θεσπρωτίας, Γεωργιάδης 1951, σελ. 50-55 :
« Τα πρώτα εισελθόντα εχθρικά τμήματα εις Ηγουμενίτσα ήσαν Αλβανικά τάγματα, τα οποία, αφού ελεηλάτησαν την πόλιν, την παρέδωσαν ακολούθως εις τας φλόγας. Εκ των πρώτων συλληφθέντων Χριστιανών, τη υποδείξει των Τουρκοτσάμηδων, ήσαν οι Χρήστος Πιτούλης, Βασίλειος Πιτούλης και Χρήστος Τσώνης. …
Δια τους τρεις λοιπόν αυτούς συνεκροτήθη Ιταλικό στρατοδικείο εις Γραικοχώριον. Κατά των κατηγορουμένων όμως υπό των Τσάμηδων δεν υπήρχον αποδείξεις, δικαιολογούσαι την ποινήν του θανάτου. Τότε ενεφανίσθη εις το Στρατοδικείο ο Μαζάρ Ντίνο, όστις ενυπογράφως εβεβαίωσεν ότι ο Χρήστος Πιτούλης ήτο αρχηγός των ελευθεροσκοπευτών (αρχηγός ανταρτών), και υπεύθυνος δια τον φόνον του Ιταλού αξιωματικού της Ιταλικής περιπόλου ….
Μετά την έγγραφον ταύτην δήλωσιν του αρχιεγληματίου Μαζάρ Ντίνο το Στρατοδικείο κατεδίκασε τους μεν Χρίστον Πιτούλη και Χρίστο Τσώνην εις θάνατον, τον δε Βασίλειον Πιτούλην εις εξο-ρίαν εις Ιταλίαν.
Κατόπιν τούτου οι δύο ατυχείς, Χρ. Πιτούλης και Χρ. Τσώνης εξε-τελέσθησαν υπό των Ιταλών, δύο ημέρας προ της οπισθοχωρήσεώς των εξ Ηγ/τσης, εις θέση « Μόλιζα » εντός της Ηγουμενίτσας πλησίον του σημερινού Ξενοδοχείου του κ. Θεολόγη. … »
– Βασίλη Παυλίδη : « Οι Αλβανοτσάμηδες της περιοχής Παραμυθιάς και η Κατοχή », 1974, σελ. 22 έ. και 24 :
« Πυρπόλησις καταστημάτων εν Παραμυθία
Την 7ην Νοεμβρίου 1940 και, αφού καλώς ή κακώς αι υπό τον στρατηγόν Λιούμπαν ελληνικαί δυνάμεις συνεπτύχθησαν πέραν του Αχέροντος, η δε χωροφυλακή και αι δημόσιαι αρχαί είχον εκκενώσει την επαρχίαν, πλην των σταθμών χωροφυλακής Κερασόβου και Βλαχωρίου, τους οποίους ημπόδισε να φύγουν το απόσπασμα Τσακαλώτου, ο οποίος μάλιστα παρ’ ολίγον να τυφεκίσει τον σταθμάρχην Βλαχωρίου Γούδα επί εγκαταλείψει θέσεως ενώπιον του εχθρού, ενώ ο Γούδας είχε λάβει εντολήν των προϊσταμένων του δια πεζού.
… Περί ώραν 8ην εσπερινήν, εισήλθεν εις την κωμόπολιν της Παραμυθίας εχθρικόν αναγνωριστικόν απόσπασμα δυνάμεως 80 ανδρών, προερχόμενον εκ Δράγανης…
Οι Τσιάμηδες της Παραμυθίας, έχοντες επί κεφαλής τον μουφτήν των Χασάν Αβδουλά, συνήλθον προ του πηγαδίου της αγοράς, όπου το ιερόν των τέμενος, υπεδέχθησαν μετ’ εναγκαλισμών τους ελευθερωτάς των και ανέπεμψαν « Ντουά στο Γιαραμπή », ήτοι δέησιν εις τον ύψιστον υπέρ των ιταλοαλβανικών όπλων.
… Οι Ιταλοί μετά την υποδοχήν, τους αναγκαλισμούς και τας δεήσεις, ωδηγήθηκαν υπό των Τσιάμηδων εις την πυρπόλησιν κατά-στημάτων τινών και οικιών. ΄Ηδη δε επυρπόλησαν το καφενείον Σωτηρίου Κουτούπη, εκ του οποίου το πυρ εξηπλώθη εις ολόκληρον το τετράγωνον, ότε εις το χωρίον Καριώτι συνεκεντρώθησαν προς άμυναν μερικοί ένοπλοι υπό τους αγροφύλακες Λάμπρου Γκάτζια (σ.σ. Μπούση Γκάτζια) μακαρίτην ήδη και τον Γεώργιον Θ. Τάχιαν, επιζώντα εισέτι, ενισχυθέντες και υπότινων προσφύγων χωρικών εις τον χωρίον Ψάκκα, τελούντος υπό την ηγεσίαν του Γεωργίου Δήμα. Οι χωρικοί εξήλθον του χωρίου να λάβουν αμυντική διάταξιν, ότε ακούσαντες τους πυροβολισμούς εκ της στενωπού Σκάλα Παραμυθιάς, όπου τμήμα της ΥΙΙΙ Μεραρχίας Ηπείρου και νομίσαντες ότι ήρχισεν ελληνική επίθεσις εκ του σημείου τούτου, έτρεξαν δρομαίως και κατέλαβον το εις την ΝΑ παρυφήν της Παραμυθίας αντέρεισμα Ταμπούρι και έβαλον κατά του πυρπολουμένου κτιρίου, πέριξ του οποίου ηλάλαζον Ιταλοί και Τσιάμηδες. Το ιταλικόν απόσπασμα φοβηθέν σοβαράν επίθεσιν και κίνδυνον να ευρεθεί μεταξύ δύο πυρών, ετράπη προς άτακτον φυγήν προς Δράγανην.
Οι Γκάτζιας, Τάχιας και Δήμας παρεσημοφορήθησαν υπό της 8ης Μεραρχίας δια την πρωτοβουλίαν των ταύτην.
Κατά την κατοχή όμως ο Δήμας υπέστη βασανιστήρια υπό Αλβανών και της Ιταλικής Καραμπινερίας και εμπρησμόν της οικίας του. Ομοίως ο Τάχιας συνελήφθη δις υπό της καραμπινερίας Παραμυθίας και εκακοποιήθη, των συλλήψεων γενομένων υπό διαφόρους άλλας προφάσεις … ».
– Βασίλη Κραψίτη :
α. « Ιστορική αλήθεια για τους μουσουλμάνους Τσάμηδες », Αθήνα, 1992, σελ. 96-97 :
« … το δε πρωί της 08.11.1940 κυρίεψαν το Μαργαρίτι, ενώ μικρή δύναμη στρατιωτών Ιταλών κατευθυνόμενη από ληστοσυμμορίες μουσουλμάνων καταγόμενων από το χωριό Ζερβοχώρι της Παραμυθιάς με αρχηγούς τους Μελέκ Σιάνη και Μεϊντή Χότζια, έφτασαν στο χωριό Δράγανη (σήμ. Αμπελιά). Κατά την ώρα 8 εσπερινή της ίδιας μέρας, αναγνωριστικό τους τμήμα 80 ανδρών, Ιταλών και Μουσουλμάνων των δυνάμεών τους εισήλθε στην πόλη της Παραμυθιάς….
Με υποδείξεις των μουσουλμάνων, επί κεφαλής των οποίων είχε οριστεί κύριος πολιτοφύλακας ο Σιέφης (Εσφρέν Ντίνος), οι Ιταλοί στρατιώτες πυρπόλησαν το ιδιοκτησίας Αριάδνης χήρας Βασιλ. Ρίγγα και ΄Αννας Βασιλ. Ρίγγα κεντρικόν οικοδομικό τετράγωνο στου οποίου τα υπόγεια ο ελληνικός στρατός είχε αποθηκεύσει πυρομαχικά και άλλον οπλισμό. Λόγω της γενναίας τοπικής άμυνας που αναπτύχθηκε από τμήματα του ελληνικού στρατού και ενόπλους πολίτες της Παραμυθιάς και των γύρω χωριών της, η ιταλική στρατιωτική δύναμη με συνοδούς μουσουλμάνους συμπτύχτηκε στο Μαργαρίτι, όπου βρίσκονταν η κύρια δύναμή της.
… Τελικά, οι ιταλικές δυνάμεις με τα ακολουθούντα αυτές δύο αλβανικά τάγματα, καταδιωκόμενες από τις ενισχυμένες ελληνικές δυνάμεις από της 14.11.1940, αναγκάστηκαν, ύστερα από σκληρές μάχες, να υποχωρήσουν και τελικά την 28.11.1940 να διαφύγουν στο αλβανικό έδαφος. Τούτους ακολούθησαν θεληματικά και αρκετοί μουσουλμάνοι Θεσπρωτοί (Τσάμηδες).
β. : « Το Αγρίνιο » (εφημερίδα) : « Γ. Πάστρας, επίτιμος Λυκειάρχης – συγγραφέας, ο εκπαιδευτικός και άνθρωπος » :
« Επίσης υιοθέτησε (σ.σ. εννοεί το Γυμνασιάρχη της Παραμυθιάς αείμνηστο Πάστρα Γεώργιο) το Φυλάκιο Μαυρομάτη στα Ελληνοαλβανικά σύνορα Φιλιατών, που φέρει το όνομα του Αρχιφύλακα Λοχία Μαυρομάτη από τη Μεσσηνία, που έπεσε πρώτος από Ιταλική σφαίρα κατά την επαίσχυντο εκείνη εισβολή, το πρωί της ιστορικής 28ης Οκτωβρίου 1940, επί του τάφου δε του Μαυρομάτη στο φυλάκιο τελέσθηκε Τρισάγιο παρουσία και του τότε Μεράρχου της ηρωικής 8ης Μεραρχίας υποστρατήγου Κ. Τσολάκα μετέπειτα Αρχηγού του ΓΕΕΘΑ και του επιτελείου του παρουσία και των μαθητών της τελευταίας τάξεως του Γυμνασίου οπότε και προσφέρθηκαν δώρα διάφορα μετά από σχετικές ομιλίες ».
– Σταύρου Η. Παπαμώκου : « Η Σέλλιανη …», Αθήνα 1997, σελ. 171, 172 , 173 και 174 :
«… Και συνεχίζοντας τις αναμνήσεις του ο γέρος Σελλιανίτης λέει, ότι το ξεκίνημα των στρατευσίμων νέων του χωριού για το στρατό, έγινε με τρόπο πανηγυρικό.
Την παραμονή της αναχώρησής τους, δηλαδή, αμέσως την άλλη μέρα μετά την έκρηξη του πολέμου, στις 29 Οκτωβρίου, όλοι τους συγκεντρώθηκαν σε ένα σπίτι, μαζί με τους δικούς τους και πολλούς άλλους συγχωριανούς τους, όπου έφαγαν, ήπιαν και διασκέδασαν ως αργά τη νύχτα. Το πρωί, δηλαδή στις 30 Οκτωβρίου όλο το χωριό συγκεντρώθηκε στην πλατεία, όπου τους αποχαιρέτησε με συγκίνηση και τους ξεπροβόδισε με θερμές ευχές να γυρίσουν γεροί και νικητές, αλλά και με κατάρες για τους ιταλούς που κήρυξαν τον πόλεμο κατά της Ελλάδος….»
– Γιώργου Μαργαρίτη : « Ανεπιθύμητοι συμπατριώτες », Αθήνα 2005, σελ. 149 :
« …. Η άφιξη στην Τσαμουριά, λίγο μετά την έναρξη του ελληνοταλικού πολέμου, των ιταλικών στρατευμάτων, συνοδευόμενων από μονάδες Αλβανών εθελοντών, στις οποίες πλειοψηφούσαν οι Τσάμηδες, προκάλεσε νέες ανατροπές. Πολλοί πρόσφυγες ή φυγάδες από την περιοχή επέστρεψαν στον τόπο τους, διψώντας σε πολλές περιπτώσεις για αντεκδίκηση ή έστω διεκδικώντας τα όσα είχαν χάσει. Ο Θρίαμβός τους υπήρξε όμως βραχύβιος. Στα μέσα Νοεμβρίου του 1940 οι Ιταλοί υποχώρησαν και μαζί τους οι Τσάμηδες εθελοντές και όσοι είχαν εκτεθεί ιδιαίτερα στην υποδοχή των τελευταίων…» .
– Γιάννη Παρόλα : « Γη Θεσπρωτών ». Τόμος πρώτος, Τέσσερα πι Α. Ε. 2011, σελ. 252 :
«… Στις 6 Νοεμβρίου του 1940, το απόγέυμα οι Ιταλοί μπήκαν στην Ηγουμενίτσα, όπου, με υπόδειξη μουσουλμάνων της περιοχής, που τους ακολουθούσαν και συνεργάζονταν μαζί τους, συνέλαβαν το Χρίστο Πιτούλη και το Χρίστο Τσιώνη, τους οποίους και εκτέλεσαν με την κατηγορία ότι ήταν με την ομάδα του λοχαγού Σπ. Μεσσαλά και αγροφύλακα Φώτη Μιχαλά, οι οποίοι το βράδυ της 29ης Οκτωβρίου του 1940, λίγο έξω από την Ηγουμενίτσα, χτύπησαν το ιταλικό αυτό απόσπασμα, που προχωρούσε προς την Ηγουμενίτσα, και σκότωσαν τον επικεφαλή αξιωματικό του. Στις 7 Νοεμβρίου, πέρασαν στην Πλαταριά, στο Μούρτο και στη Μαζαρακιά και την επομένη (8 Νοεμβρίου) κατά τις πρωινές ώρες, ήρθαν και στο Μαργαρίτι, όπου και έκαψαν το φορτηγό αυτοκίνητο του Θεόδωρου Μάνου, που εκτελούσε μεταφορές μεταξύ Μαργαριτίου και Ηγουμενίτσας.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας μια διμοιρία Ιταλών, ακολουθούμενη από ομάδες μουσουλμάνων της περιοχής, ήρθε περνώντας από τη Μαζαρακιά, το Κουρτέσι (Μεσοβούνι) και τη Δράγανη, στην Παραμυθιά, άλλοι με ζώα και άλλοι πεζοπορώντας, χωρίς να αντιμετωπίσουν καμία αντίσταση….
Η στρατιωτική εκείνη διμοιρία των Ιταλών, με την υπόδειξη του μουσουλμάνου Σιέφη Νίνο, πυρπόλησε το μαγαζί του Σωτήρη Κουτούπη, στο υπόγειο του οποίου υπήρχε αποθηκευμένο πολεμικό υλικό του ελληνικού στρατού, με αντιασφυξιογόνες μάσκες και άλλα στρατιωτικά είδη. Την ίδια ώρα η μικρή αυτή ιταλική δύναμη έβαλε φωτιά και έκαψε τρία φορτηγά αυτοκίνητα, που ήταν σταθμευμένα στην ανηφόρα του Γαλατά : του Κωτσιώνη, του Βένου και του Σπυρίδη. ….»
Προφορικές μαρτυρίες
(Οι παρακάτω προφορικές μαρτυρίες είναι διασκευασμένες κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην αλλοιώνεται το πραγματικό τους νόημα)
– Ευάγγελος Μπακαγιάννης (Μαργαρίτι), συνταξιούχος ιπτάμενος μηχανικός :
«…Το Νοέμβρη του 1940, όταν ο ελληνικός στρατός οπισθοχώρησε βάση σχεδίου, εξαιτίας της ιταλικής επίθεσης, ο Γιασίν Σαντήκ, πρώην πρόεδρος του Μαργαριτιού, ήρθε στο Μαργαρίτι με τη στολή του Ταγματάρχη και ως αρχηγός αλβανικού τάγματος.
Τις μέρες αυτές οι Χριστιανοί του Μαργαριτιού και των γύρω χωριών εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και μετέβηκαν, άλλοι στην Πάργα και άλλοι στα ενδότερα της χώρας. Η οικογένειά μου πρώτα μεταφέρθηκε στην Πάργα και ύστερα στους Παξούς ».
– Δημήτρης Μάτης ( Μαργαρίτι ) :
« Με την κήρυξη του Πολέμου στις 28 Οκτωβρίου 1940, ιταλικά αεροπλάνα πέταξαν πάνω από το Μαργαρίτι. Κοντά στο Τζαμί των Αλβανοτσάμηδων είδαν μερικούς χωρικούς που με τα άλογά τους πήγαιναν ελιές στο λιοτριβειό, για να τις βγάλουν λάδι. Και, επειδή τους νόμισαν για Ελληνικό στρατό, άρχισαν να βομβαρδίζουν όλη τη γύρω περιοχή. Από το βομβαρδισμό αυτόν σκοτώθηκαν δύο ΄Ελληνες στρατιώτες και μία Ελληνίδα. Τον ένα μάλιστα στρατιώτη τον βρήκε ο παππούς μου σκοτωμένο μέσα σε κάτι σύρματα, επειδή εκεί τον είχαν πετάξει τα αέρια της βόμβας. Την ώρα που έπεφταν οι βόμβες, το Τζαμί ήταν γεμάτο από Αλβανοτσάμηδες, που προσεύχονταν στον Αλλάχ για τον ερχομό των Ιταλών στο Μαργαρίτι. Αν κατά τη στιγμή εκείνη είχε πέσει μια βόμβα πάνω στο Τζαμί, θα θρηνούσαμε με βεβαιότητα πολλά θύματα.
Τις μέρες αυτές πολλοί Χριστιανοί του Μαργαριτιού, επειδή φοβήθηκαν τον ερχομό των Αλβανοτσάμηδων, εγκατέλειψαν τα σπίτια τους. Η οικογένειά μου πήγε στο Αγρίνιο, όπου εκεί ζούσε ο αδερφός του πατέρα μου, ενώ άλλες στην Πάργα και σε χωριά της Πρέβεζας.
Ο ελληνικός στρατός ήταν στρατοπεδευμένος έξω από το Μαργαρίτι. Στο Μαργαρίτι οι Ιταλοί με τους Αλβανοτσάμηδες έμειναν μόνο λίγες μέρες, και, επειδή δέχτηκαν την επίθεση του Ελληνικού στρατού, έφυγαν για την Αλβανία ».
– Γρηγόρης Αηδόνης για τον πρώτο νεκρό της Πλακωτής :
« Με την κήρυξη του πολέμου στις 28 Οκτωβρίου 1940, οι Ιταλοί βομβάρδισαν την Πλακωτή. Εμείς, όταν είδαμε τα αεροπλάνα, νομίσαμε ότι ήταν δικά μας. Σαν όμως άρχισαν να μάς βομβαρδίζουν, τρέξαμε να σωθούμε στο Δημοτικό σχολείο. Εκείνη την ώρα η γυναίκα του αδελφού μου Βασίλη, παίρνοντας αγκαλιά τη μικρή της Αθηνά, κατευθύνθηκε προς το σπίτι της. Ακριβώς τη στιγμή που άνοιξε την πόρτα, έπεσε πιο πάνω μια βόμβα, σκοτώνοντας ένα γαϊδούρι και ξεκόβοντας πολλές πέτρες. Μια από τις πέτρες αυτές χτύπησε στο κεφάλι την Αθηνά. Η Αθηνά ήταν τότε τριών χρονών. Τραυματίστηκε θανάσιμα. Οι γονείς της, ο Βασίλης και η Ελένη, την μετέφεραν αμέσως στο αεροδρόμιο της Βέλλιανης. Εκεί ήταν στρατιωτικοί γιατροί. ΄Ωσπου όμως να φτάσουν, ξεψύχησε.
Η Αθηνά ήταν για το χωριό μας ο πρώτος νεκρός του Ελληνοϊταλικού πολέμου. … »
– Κωνστάντω Κόκκορη – Καράμπελα (Παραμυθιά)
« Στις 28 Οκτωβρίου 1940, που οι Ιταλοί μάς κήρυξαν τον πόλεμο από την Αλβανία, η μάνα μας δεν είχε ακόμα σαραντίσει στο μικρό μας αδερφό το Μιχάλη. Νύχτα, φορτωμένη τη σαρμανίτσα γεμάτη με μικροπράγματα και κρατώντας στην αγκαλιά της φασκιωμένο το Μιχάλη (σ.σ. σήμερα συνταξιούχος δασολόγος), ανηφορήσαμε για το Λευτροχώρι όπου δεν βρήκαμε κανέναν. Κατεβαίνοντας στο Πλάτανο συναντήσαμε τον παππού μας το Γκέλη Γώγο και τη Χρηστο – Ντίνοβα, αδερφή της μάνας μας. ΄Ολοι μαζί πήγαμε στη Σαλονίκη. Εκεί μάθαμε ότι ένα βράδυ ήρθαν οι Ιταλοί στην Παραμυθιά και έκαψαν το καφενείο του Σωτήρη Κουτούπη … »
– Κωνστατίνος Νικ. Καλύβας ( Παραμυθιά)
« Στις 08.11.1940 βραδινές ώρες ήρθε στην Παραμυθιά μια ομάδα από Ιταλούς στρατιώτες και Αλβανοτσάμηδες. Αμέσως έβαλαν φωτιά στο οικοδομικό συγκρότημα που υπήρχε τότε απέναντι από το φούρνο του Λαμπρο – Μίχου. Ανάμεσα στα πυρποληθέντα μαγαζιά ήταν το καφεζαχαροπλαστείο του Σωτήρη Κουτούπη και το ραφείο του πατέρα μου, του Νικόλα Καλύβα. ΄Η πυρπόληση έγινε, επειδή στο υπόγειο του καφεζαχαροπλαστείου βρήκαν μάσκες του ελληνικού στρατού. Και τούτο, όπως απεδείχθη, γνώριζαν οι Αλβανοτσάμηδες. Την ίδια ώρα, επειδή άρχισαν να πέφτουν πυροβολισμοί από το Τσιέπι του Καλύβα και τα άλλα γύρω από την Παραμυθιά φυλάκια, οι Ιταλοί με τους Αλβανοτσάμηδες φοβήθηκαν και έφυγαν για τη Μαζαρακιά ».
– Αρσένιος Μαραζόπουλος (Ζερβοχώρι Παραμυθιάς)
« Με την κήρυξη του πολέμου του 1940 κυκλοφόρησαν φήμες ότι έρχονται οι Ιταλοί με τους Αλβανοτσάμηδες. Από το χωριό μας είχε πάει στην Αλβανία ένας Αλβανοτσάμης, που όπως άκουσα αργότερα, ήρθε τις μέρες αυτές στη Θεσπρωτία μαζί με πολλούς άλλους συμπατριώτες του.
Οι χωριανοί μας από το φόβο αυτόν πήραν από τα σπίτια τους ό,τι πράγματα μπορούσαν και ανέβηκαν στις γράβες (σπηλιές) του Κορύλα. Μαζί μας, μάλιστα, ήρθε και ο Χότζιας, επειδή δεν ήθελε να τα χαλάσει με τους Χριστιανούς.
Πάντως, αυτές τις ημέρες, δηλαδή το Νοέμβριο του 1940, στο χωριό μας δεν ήρθαν Ιταλοί στρατιώτες με Αλβανοτσάμηδες ».
Οι Ηπειρώτισσες
Γυναίκες Ηπειρώτισσες
μέσα στο χιόνι πάνε
κι οβίδες κουβαλάνε.
Θεέ μου τι τις πότισες
και δεν αγκομαχάνε;
Γυναίκες Ηπειρώτισσες,
ξαφνιάσματα της φύσης.
Εχθρέ, γιατί δε ρώτησες,
ποιον πας να κατακτήσεις;
Γιαννιώτισσες, Σουλιώτισσες
ξαφνιάσματα της φύσης.
Εχθρέ, γιατί δε ρώτησες,
ποιον πας να κατακτήσεις;
Γυναίκες απ’ τα σύνορα
κόρες, γριές, κεράδες,
φωτιά μες τους βοριάδες.
Εσείς θα είστε σίγουρα
της λευτεριάς μανάδες.
Γυναίκες Ηπειρώτισσες
ξαφνιάσματα της φύσης.
Εχθρέ, γιατί δε ρώτησες,
ποιον πας να κατακτήσεις;
Γιαννιώτισσες, Σουλιώτισσες
ξαφνιάσματα της φύσης.
Εχθρέ, γιατί δε ρώτησες,
ποιον πας να κατακτήσεις;
Από το άλμπουμ Αλβανία, έτους 1973.
Στίχοι Πυθαγόρας. Σύνθεση Κατσαρός Γιώργος. Τραγούδι Μαρινέλλα
Μάριος Αναστασίου Μπίκας
More Stories
Ανακύκλωση: Το κράτος αναλαμβάνει 10 Δήμους στην Ήπειρο
Εμπορικός σύλλογος Παραμυθιάς: Εορταστικό ωράριο
ΦΟΠ: Εκλογοαπολογιστική συνέλευση